Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010

ΧΩΡΙΣ ΘΕΟ - the song

Το απόλυτο αθεϊστικό τραγουδάκι σε στίχους Μαυροπρόβατου.
Ο στιχοπλόκος έγραψε για άλλη μια φορά.

Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2010

ΦΥΛΑΚΕΣ ΒΟΛΟΥ - αναδημοσίευση

Διάβασα σήμερα στον χώρο συζήτησης της ομάδας Ξεμπλογκάρισμα το παρακάτω κείμενο, που αναδημοσιεύω χωρίς άδεια και χωρίς σχόλια. Μπορεί να είναι αντιδεοντολογικό, αλλά νιώθω τόσο έντονη ανάγκη να κάνω κάτι, και το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να το διαδώσω, με την ελπίδα να ενδιαφερθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι.


Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010

ΦΥΛΑΚΕΣ ΒΟΛΟΥ: ΟΥΤΕ ΣΑΠΟΥΝΙ ΓΙΑ ΝΑ ΠΛΥΘΟΥΝ ΟΙ 156 ΑΝΗΛΙΚΟΙ
Τα κελιά των 6,2 ευρώ
Του ΑΝΤΩΝΗ ΦΩΚΙΔΗ

Ενας καφές κι ένα τσιγάρο. Ετσι, για να πάνε τα «φαρμάκια» κάτω. Ν' ανοίξει ένα παράθυρο στον κόσμο, να περάσει κι αυτή η μέρα. Κι όμως ούτε αυτό είναι βολετό για τα παιδιά που ζουν κλεισμένα σε τέσσερις τοίχους, στενούς, που μικραίνουν την ψυχή τους. Ούτε τη μέρα, ζωή, ούτε το βράδυ, όνειρα. Ούτε καν σαπούνι για να πλυθούν, χαρτί για να σκουπιστούν, τηλεκάρτα για να επικοινωνήσουν με τον έξω κόσμο, πέρα από τη βαριά ατσαλένια πόρτα της φυλακής.



Μάχες για το αυτονόητο δίνουν καθημερινά οι ανήλικοι κρατούμενοι στις φυλακές του Βόλου. Ψυχές 156, αριθμός διπλάσιος απ' τη χωρητικότητα του κτιρίου. Οι «φιλοξενούμενοι» νεαροί κοιμούνται στα πατώματα και πάνω στα θρανία του σχολείου που λειτουργεί μέσα στις φυλακές!

Ζουν και δεν ζουν, δίνουν μάχες για να πάρουν κουράγιο, να μη σβήσει η ελπίδα. Μακριά από τις πατρίδες τους οι περισσότεροι, μακριά από τις οικογένειές τους, απειλούν με αυτοκτονία για έναν καφέ, δίνουν αγώνα για μια τηλεκάρτα, ν' ακουστεί η φωνή τους να μην ξεχάσουν πως είναι άνθρωποι.

Η κρίση έφτασε την αθλιότητα στο απόγειό της. Το ποσό των 8 ευρώ για τους απόρους μειώθηκε σε 6,2 ευρώ. Με εξαίρεση τους υπηκόους Αλβανίας, οι οποίοι έστω αραιά θα δεχθούν την επίσκεψη συγγενικού ή φιλικού τους προσώπου, οι υπόλοιποι δεν έχουν επισκεπτήριο. Κανείς δεν θα ταξιδέψει από τη μακρινή πατρίδα τους για να τους δει και να μιλήσει μαζί τους, να τους φέρει τρόφιμα και τσιγάρα.

Την απόγνωσή των ανήλικων κρατουμένων συμμερίζεται μέχρι και η Διεύθυνση του Σωφρονιστικού Καταστήματος Κράτησης Νέων Βόλου, η οποία σε μια ύστατη προσπάθεια να δοθεί λύση καλεί τους πολίτες να συνεισφέρουν όπως μπορούν από το υστέρημά τους, βοηθώντας τα παιδιά που βρίσκονται υπό κράτηση.

Στην πλειονότητά τους οι κρατούμενοι είναι ηλικίας από 16 έως 21 ετών, ενώ οι περισσότεροι ζουν μακριά από τις οικογένειές τους. Εκατό από τους ανηλίκους είναι άποροι και, όπως περιγράφει η διεύθυνση των φυλακών, «δεν μπορούν ούτε εμφιαλωμένο νερό να αγοράσουν ούτε μια τυρόπιτα, ένα κουλούρι, πόσο μάλλον μια τηλεκάρτα ή ένα πακέτο τσιγάρα».

Οι μόνοι που βοηθούν είναι τα μέλη Συμπαράστασης Κρατουμένων και ο πατήρ Θεόδωρος Μπαντάκας, χωρίς τη μηνιαία προσφορά των οποίων δεν θα μπορούσε να βοηθηθεί κανένας από τους απόρους, είτε χρηματικά με 6,20 ευρώ τον μήνα είτε σε είδη πρώτης ανάγκης.

Η διεύθυνση του καταστήματος παρακαλεί όσους έχουν την επιθυμία, αλλά και τη θέληση να βοηθήσουν τα παιδιά αυτά, να καταθέσουν ό,τι μπορούν στο Ταμείο Δωρεών του καταστήματος ή να επικοινωνήσουν στο τηλέφωνο: 24210 72444. *

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

ΑΠ' ΤΟ CAMPING ΣΤΟ ΤΣΑΝΤΙΡΙ

Φαίνεται πως το θέμα της ελεύθερης κατασκήνωσης απασχολεί πολύ κόσμο. Μετά τον φίλο Αθανάσιο Αναγνωστόπουλο και το άρθρο του "Περί ανελευθερίας της κατασκήνωσης", ο αγαπητός μου Γιάννης Χάρης, τα κείμενα του οποίου εκτιμώ και διαβάζω πάντοτε με απόλαυση, έγραψε κι αυτός ένα σχετικό άρθρο με τίτλο "Ελεύθερη κατασκήνωση, ανελεύθερες σχέσεις;".

Χαριτωμένο αναμφίβολα το ευφυολόγημα του τίτλου, κερδίζει αμέσως τις εντυπώσεις. Άλλωστε και η συλλογιστική που ακολουθεί - δεν θα πω επιχειρηματολογία γιατί δεν είναι, άλλωστε ούτε κι ο ίδιος ο Χάρης δεν ισχυρίζεται κάτι τέτοιο - κερδίζει την καρδιά του αναγνώστη με την αμεσότητά της. Όλοι νιώθουμε οικεία τα συναισθήματα του Χάρη, γιατί όλοι έχουμε βρεθεί, ποιος λίγο ποιος πολύ, σε μια παραλία κατειλημμένη από κατασκηνωτές, κι έχουμε νιώσει παρείσακτοι, και ευχόμαστε να μην υπήρχαν, να είχαν αφήσει την έρημη παραλία έρημη, για να την απολαύσουμε κι εμείς όπως μας γουστάρει, χωρίς, βρε αδελφέ, την οχληρή τους παρουσία. Γιατί δεν μπορούν να κάνουν κι αυτοί διακοπές όπως όλος ο καλός κόσμος, σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου ή στο σπίτι της θείας από το χωριό, νομότυπα περιφραγμένοι και οριοθετημένοι σύμφωνα με τα χρηστά μας ήθη;

Το ίδιο αίσθημα, λίγο έως πολύ, εξέφρασε και ο kt στα σχόλιά του στην ανάρτηση του Αθανάσιου Αναγνωστόπουλου που προανέφερα. Αυτός μάλιστα μίλησε πολύ πιο καθαρά: είναι, λέει, μισάνθρωπος, δεν θέλει να τους βλέπει τους ανθρώπους, του χαλάνε το τοπίο, τον ενοχλούν. Δεν δέχεται την παρουσία των κατασκηνωτών, ούτε καν υπό όρους: προτιμά την ολοσχερή απαγόρευση της ελεύθερης κατασκήνωσης. Δέχεται μόνο - με κρύα καρδιά αναμφιβόλως - την παρουσία των απλών λουόμενων που πηγαίνουν για ημερησία εκδρομή - ίσως επειδή δεν μπορεί να σκεφτεί κανέναν τρόπο να ζητήσει την απαγόρευση της παρουσίας τους εκεί χωρίς να απαγορευτεί ταυτόχρονα και η δική του παρουσία.

Δεν μπορώ να πω ότι διαφωνώ με τους προλαλήσαντες. Ίσα ίσα που συμμερίζομαι τα αισθήματά τους: θέλω κι εγώ να εξαφανιστούν όλοι οι άλλοι από την παραλία και να στήσω μόνο εγώ τη σκηνή μου, άντε και μερικοί επίλεκτοι φίλοι του δικού μου γούστου. Κι όταν πηγαίνω για μπάνιο ημερήσιο, θέλω να είναι ελεύθερο το καλό το δέντρο με την πυκνή σκιά, και να λείπουν όλες οι πολυμελείς οικογένειες με τις πλαστικές καρέκλες και τα τραπεζάκια, διότι με ενοχλούν αισθητικά, καθώς και οι παρέες εφήβων με μουσικόφωνα, διότι η μουσική που βάζουν δεν είναι του γούστου μου. Ελα όμως που υπάρχουν κι εκείνα τα ρημάδια τα δημοκρατικά μου αισθήματα - πού και πώς τα απέκτησα δεν ξέρω, οπωσδήποτε δεν ευθύνεται η λαμπρή παιδεία μου γι' αυτά - που μου ροκανίζουν τη συνείδηση λέγοντας "η παραλία ανήκει σε όλους και έχουν όλοι δικαίωμα να την χαρούν εξίσου";

Μα δεν είπαμε να μην την χαρούν!, θα διαμαρτυρηθούν ίσως οι πολέμιοι της ελεύθερης κατασκήνωσης. Ίσα-ίσα αυτό λέμε, να είμαστε όλοι ισότιμοι - δηλαδή όλοι με πετσέτα και ομπρελίτσα, άντε και με πλαστική καρέκλα και τραπέζι, όχι όμως με τσαντίρι ημιμόνιμο! Αυτή ακριβώς η περίπου μονιμότητα είναι που ενοχλεί λοιπόν. Το γεγονός ότι αυτός με τη σκηνή του θα μείνει λίγο παραπάνω εκεί, κι επομένως κατά κάποιον τρόπο αποκτά παραπάνω δικαιώματα στο χώρο, ένα είδος ψιλοχρησικτησίας σα να λέγαμε. Κι έτσι δεν είμαστε πλέον ισότιμοι, διότι όπως σωστά λέει ο Χάρης, " Το σπίτι, η σκηνή, το οτιδήποτε χτιστό ή μονιμότερα στημένο, δημιουργεί, υποβάλλει, επιβάλλει όρους ανισότητας. ".

Εγώ σαν αφελής που είμαι, προβληματίζομαι αφελώς πάνω σε αυτό και λέω: τι μας ενοχλεί περισσότερο, μια σκηνή ή μία εξοχική κατοικία; Τι μας εμποδίζει περισσότερο να χαρούμε την φύση, μια ομάδα κατασκηνωτών ή ένα ξενοδοχειακό συγκρότημα; Προφανώς τα δεύτερα. Όμως τα δεύτερα εκτός από μόνιμα (και άρα πιο οχληρά από τη σκηνή) είναι νόμιμα, καθαγιασμένα, κι επομένως στο απυρόβλητο, όχι μόνο του νόμου αλλά και της πολιτικής μας συνείδησης. Γιατί έχουμε συνηθίσει πως ό,τι λέει ο νόμος είναι το σωστό και το πρέπον, και ξεχνάμε ότι οφείλει να ισχύει ακριβώς το αντίστροφο, δηλαδή αυτό που είναι σωστό και πρέπον να φροντίζει ο νόμος να το επιβάλλει.

Ακόμη και η νόμιμη κατοικία μας, το σπιτικό μας, το κάστρο μας, το αναφαίρετο - νομίζουμε - δικαίωμά μας στη στέγη, δημιουργεί ανισότητα - και μάλιστα πολύ μεγαλύτερη και πιο σημαντική από αυτήν που δημιουργέι η σκηνή. Γιατί στο κάτω-κάτω σκηνή μπορεί να στήσει ο καθένας με ελάχιστο κόστος, ενώ σπίτι δεν μπορεί να αγοράσει. Ούτε καν επιτρέπεται να πάει να μείνει σε ένα ακατοίκητο σπίτι ή έστω σε ένα άδειο δημόσιο κτίριο - είναι παράνομο και ο καταληψίας εκδιώκεται. Εκεί να δεις ανισότητα!

Και το αφελές μυαλό μου, με τους γνωστούς αφελείς συνειρμούς του, πηδάει από τους κατασκηνωτές στους τσιγγάνους της Γαλλίας που διώχτηκαν από τον τόπο διαμονής τους, γιατί δεν είχαν δικαίωμα να βρίσκονται εκεί. Κι από κει ο νους μου πηδάει στους απανταχού τσιγγάνους, στους απανταχού νομάδες, μετανάστες και άστεγους, κι αναρωτιέμαι, τι είναι δικαίωμα; Τι είναι ισοτιμία; Ποιος τα ορίζει αυτά; Μπορούμε να απολαύσουμε όντως ισότιμα όλα τα αγαθά που δικαιούμαστε; Το δικαίωμα στην στέγη δεν είναι θεμελιώδες; Κι όμως εγώ, ας πούμε, έχω στέγη, γιατί την κληρονόμησα από τον πατέρα μου, κι αυτός από τον παππού του, κι αυτός τρέχα γύρευε από πού - δεν έκανα πάντως και τίποτε για να την κερδίσω, απλώς γεννήθηκα σε μια ευτυχή συγκυρία, εβρέθηκα να ζω εδώ χωρίς να καταλάβω πώς, κι επειδή έτσι τα βρήκα και τα συνήθισα, αισθάνομαι ότι τα δικαιούμαι, βρε αδελφέ! ενώ ο άλλος κακομοίρης που γεννήθηκε σε μια ατυχή συγκυρία και δεν κληρονόμησε τίποτα, πρέπει να πληρώσει για να τα έχει, ή να μείνει άστεγος.

Η σκέψη μου είναι ως συνήθως χαοτική, γιατί τώρα συλλογίζομαι ότι η ιδιοκτησία είναι κλοπή, κατά πώς λένε οι αναρχικοί, γιατί μου φαίνεται παράλογο και άκρως ανισότιμο να μπορεί κάποιος να έχει στέγη και κάποιος άλλος όχι, και μάλιστα όχι απλώς μια στέγη μόνο, αλλά και δεύτερη και τρίτη που την νοικιάζει, και να έχει κι εξοχική κατοικία, πράγμα που φαντάζει απολύτως φυσικό, βέβαια, που δεν ξενίζει κανέναν, και που δεν διανοούμαστε να ζητήσουμε να απαγορευτεί επειδή μας χαλά την απόλαυση της γαλήνιας φύσης όταν βολτάρουμε στα χωράφια. Οι σκηνίτες μας ενόχλησαν; Πολύ πιο λογικό θα μου φαινόταν να ζητήσουμε να κατεδαφιστούν όλες οι εξοχικές κατοικίες και οι τουριστικές εγκαταστάσεις, ώστε να απολαμβάνουμε όλοι ισότιμα την εξοχή χωρίς οχληρές οικοδομές και δρόμους, παρά να θέλουμε να φύγουν οι σκηνίτες από τις παραλίες. Ίσα ίσα που με τους σκηνίτες μπορούμε άνετα να γίνουμε όλοι ισότιμοι με ελάχιστο κόστος, στήνοντας κι εμείς τη σκηνή μας λίγο παρακάτω, έστω και στην επόμενη παραλία, ενώ με τους έχοντες και κατέχοντες τις βιλίτσες δεν μπορούμε (θεωρητικά και νομικά έχουμε τη δυνατότητα, στην πράξη όμως όχι, κακά τα ψέματα).

Για τον Χάρη, η παρουσία του κατασκηνωτή ενοχλεί, γιατί εξαιτίας της "δεν είσαι πλέον χαλαρός, δεν θα τραγουδήσεις λ.χ., δεν θα φωνάξεις, δεν θα παίξεις με την παρέα σου· δεν θα μείνεις μόνος, σιωπηλός, στη φύση, με την αίσθηση, με την απόλαυση πως είσαι μόνος, σιωπηλός, στη φύση". Μα ούτε και στη Λούτσα μπορείς να το κάνεις αυτό, ούτε καν στον Σχινιά, που πηγαίνω τακτικά. Η παρουσία των απλών λουόμενων, με την πετσέτα και την ομπρελίτσα, ή ακόμη και δίχως αυτήν, αρκεί για να σε εμποδίσει να μείνεις μόνος και σιωπηλός στην φύση, αλλά και να τραγουδήσεις ή να φωνάξεις ή να παίξεις κατά βούλησιν, γιατί όπως και να το κάνουμε δεν μπορείς να παίξεις μπητς βόλεϋ πάνω από τα ποδάρια κάποιου που είναι ξαπλωμένος σε μια πετσέτα, όπως και πάνω από τη σκηνή του. Και χωρίς σκηνή να ήταν, πάλι θα τον ενοχλούσαν - ή μήπως φαντάζεται ότι θα εξαφανίζονταν τελείως, θα έμεναν κλεισμένοι στα διαμερίσματά τους και δεν θα πήγαιναν διόλου στην παραλία για να μην τον ενοχλούν;

Εδώ προβάλλει λοιπόν ο Χάρης μια ακόμη αντίρρηση: ο σκηνίτης, μας λέει, καταλαμβάνει πολύ περισσότερο χώρο απ' όσο ο απλός λουόμενος. Γιατί ο δεύτερος έχει μόνο μια πετσέτα (άντε και μια ομπρέλα, άντε και μια ξαπλώστρα) ενώ ο πρώτος έχει όλα τα παραπάνω συν τη σκηνή, συν ίσως και τραπέζι με καρέκλες και την παρεπόμενη οικοσκευή. Πράγματι. Θυμίζω όμως ότι ο σκηνίτης, με ή χωρίς σκηνή, υπάρχει. Υπάρχει και θα υπάρχει, και θα θέλει να χαρεί την παραλία και να κάνει διακοπές, με ή χωρίς σκηνή. Μπορούμε λοιπόν είτε να του επιτρέψουμε να κατασκηνώνει και να θέσουμε όρους στην κατασκήνωση (ελάχιστη απόσταση από τον αιγιαλό και από οικισμό, περιορισμός στο μέγεθος και την έκταση της εγκατάστασης, ελάχιστη απόσταση μεταξύ εγκαταστάσεων, τακτικός έλεγχος για αποφυγή μόνιμων κατασκευών κ.ο.κ.) ώστε να μειώσουμε κατά το δυνατόν τις συνέπειες στο περιβάλλον και στο τοπίο (λαμβάνοντας υπ' όψιν και την αισθητική και τις ανάγκες γαλήνιας ενατένισης του αγαπητού μου Χάρη, του αγαπητού μου kt αλλά και τις δικές μου και τόσων άλλων), ενώ παράλληλα θα υπάρχει ενημέρωση για τον σωστό τρόπο κατασκήνωσης, είτε να του απαγορεύσουμε να κατασκηνώνει και άρα να τον στείλουμε εν μέρει σε νέες τουριστικές εγκαταστάσεις (που επιβαρύνουν πολύ περισσότερο το περιβάλλον, αλλοιώνουν ανεπανόρθωτα το τοπίο κι επιπλέον αλλοτριώνουν το χαρακτήρα των ανθρώπων) κι εν μέρει στην παρανομία, εξωθώντας τον να κατασκηνώνει ανεξέλεγκτα και ασύδοτα, χωρίς όρια στο πού και στο πώς, δημιουργώντας την απεχθή εικόνα που τόσο ενοχλεί τον Χάρη - και, ομολογώ, κι εμένα.

Τι θα διαλέξετε;

Κανονικά η ανάρτηση τελείωνε εδώ. Θέλω να κλείσω όμως με ένα απόσπασμα από ένα σχόλιο του Αθανάσιου Αναγνωστόπουλου στην προαναφερθείσα ανάρτησή του, που παρατέθηκε κάπου εκεί κατά το τέλος της συζήτησης. Απευθύνεται στον kt και κατά τη γνώμη μου εκφράζει γλαφυρά την κατάσταση που παρατηρούμε και ακυρώνει κάθε επιχείρημα περί όχλησης από την παρουσία κατασκηνωτών (γιατί όχι και των λουόμενων, εν τέλει; είναι πολύ περισσότεροι και κατά κανόνα πολύ πιο οχληροί στην συμπεριφορά τους).

"Τα παράπονά σου μού θυμίζουν αυτούς που λένε “όταν εγώ πήγαινα πριν σαράντα χρόνια στο Πόρτο Κατσίκι δεν υπήρχε άνθρωπος”. Όχι απλώς μισανθρωπία, αλλά ατομισμός: όλη η παραλία δική μου, όλη για την ευχαρίστησή μου, οι άλλοι να φύγουνε, να πάνε αλλού. Να μην γίνη δρόμος, μπας και εξυπηρετηθή και κανένας ηλικιωμένος, να μπορούμε να πηγαίνουμε μόνο εμείς οι μυημένοι με τις μηχανάρες μας. Λοιπόν, έχω νέα για εσάς τους αρθουρικούς: τα παιδάκια με τους κεφτέδες σας σιχαίνονται επίσης, θα ήθελαν να εξαφανιστήτε και να έχουν όλη την παραλία για να παίζουν μόνα με τα κουβαδάκια τους.

Αλλά κοινωνία είναι να ζούμε όλοι μαζί. Και εκείνα δεν το καταλαβαίνουνε, επειδή είναι παιδάκια."



Διευκρίνιση:

Επειδή δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι προσπαθώ να πω ότι είναι άδικο να τα βάζουμε με την κατασκήνωση επειδή υπάρχουν άλλα μεγαλύτερα προβλήματα, να ξεκαθαρίσω ότι δεν λέω τίποτε τέτοιο. Θεωρώ βλακωδέστατο τον ισχυρισμό ότι οφείλουμε να λύσουμε όλα τα μεγάλα πριν λύσουμε τα μικρά. Μπορούμε - και πρέπει - να τα λύνουμε όλα παράλληλα. Αυτό που λέω είναι άλλο:

Το συγκεκριμένο θέμα (κατασκήνωση ή όχι) αφορά τη χρήση της γης. Μίλησα λοιπόν για τη χρήση της γης (κατοικία, ιδιοκτησία) και είπα ότι η χρήση αυτή ήδη γίνεται ανισότιμα σε πολλούς τομείς ενώ ίσα-ίσα στην κατασκήνωση γίνεται ισότιμα, γιατί καθένας μπορεί να κατασκηνώσει εξίσου εύκολα.

Επίσης αφορά τον τουρισμό, και μίλησα και γι' αυτόν, και είπα ότι ο οργανγμένος τουρισμός σε ξενοδοχειακές μονάδες είναι πολύ πιο οχληρός στον περιπατητή και τον λουόμενο από την κατασκήνωση.

Είπα τέλος ότι η ιδιοκτησία και ο οργανωμένος τουρισμός είναι νόμιμα και γι' αυτό φαντάζουν σωστά και καλώς καμωμένα, σε αντίθεση με την ελεύθερη κατασκήνωση που είναι παράνομη και γι' αυτό φαντάζει λάθος και παραβατική συμπεριφορά, αρκεί όμως να νομιμοποιηθεί για να γίνει κι αυτή μέρος της πολιτικώς ορθής και αποδεκτής πραγματικότητας.

Ουσιαστικά, συμφωνώ με τον Χάρη, διαφωνώ με την εστίασή του: εκείνος λέει "ελεύθερη κατασκήνωση ίσον ανελεύθερες σχέσεις" αφήνοντας την εντύπωση ότι αυτό που δημιουργεί το πρόβλημα είναι η κατασκήνωση αυτή καθαυτή και το γεγονός ότι είναι ελεύθερη, ενώ εγώ λέω " άλλο ελεύθερη κατασκήνωση και άλλο ασύδοτη κατασκήνωση, ας ρυθμίσουμε τις σχέσεις μας", λέω δηλαδή ότι το πρόβλημα δεν είναι η πράξη του κατασκηνώνειν ελευθέρως αλλά η άγνοια και η αδιαφορία πολλών κατασκηνωτών, πράγμα που μπορεί να λυθεί χωρίς απαγορεύσεις (όχι πως ο Χάρης ζήτησε απαγορεύσεις, πολλοί σχολιαστές όμως στην ανάρτηση του Αναγνωστόπουλου τις ζητούν).

Ας μην συγχέουμε ελευθερία με ασυδοσία. Είμαι σίγουρη ότι και ο Χαρης θα συμφωνήσει σε αυτό. Ελεύθερα περπατάμε στον δρόμο; Ελεύθερα, ναι. Ασύδοτα, όμως, όχι. Υπάρχουν νόμοι που διέπουν ακόμη κι αυτό: υπάρχουν δρόμοι και πεζοδρόμια , φανάρια, διαβάσεις πεζών, διάδρομοι για τυφλούς, κι ένα σωρό άλλα που οφείλουμε να λαμβάνουμε υπ' όψιν μας και που διδάσκουμε στα παιδιά μας. Ελεύθερα πάμε για μπάνιο στην παραλία; Ελεύθερα, ναι. Ασύδοτα, όμως, όχι. Απαγορεύεται να πετάμε σκουπίδια, να ανάβουμε φωτιά, να κατεβάζουμε το αυτοκίνητό μας στην άμμο, να, να, να... Ανελευθερία είναι αυτό; Εξαρτάται πώς ορίζει κανείς την ελευθερία. Εδώ μιλάμε, νομίζω, για ελευθερία στα πλαίσια της κοινωνίας, κι η ελευθερία αυτή, ως γνωστόν, τελειώνει εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου.

Εδώ και λίγα χρόνια, στην Ισπανία (ίσως και αλλού) προέκυψε ένα απροσδόκητο (?) πρόβλημα στις πολυσύχναστες παραλίες. Πολλοί άνθρωποι σηκώνονταν πρωί-πρωί με την αυγούλα, κατέβαιναν στο γιαλό και έπιαναν μια καλή θέση, απλώνοντας δυο πετσέτες και μπήγοντας μια ομπρέλα. Στη συνέχεια έφευγαν, για να επανέλθουν αργότερα, την ώρα που τους εξυπηρετούσε, μαζί με την οικογένειά τους. Φαντάζομαι πως συχνά τη δουλειά αυτή έκανε ο παππούς ή η γιαγιά που δεν είχαν ύπνο. Το αποτέλεσμα ήταν μια παραλία γεμάτη μίνι-καταλήψεις, που κατά τη γνώμη μου δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από τους κατασκηνωτές-καταληψίες. Χρειάστηκε να παρέμβει η αστυνομία, περιπολώντας καθημερινά αρκετές φορές και μαζεύοντας τις ακατοίκητες ομπρέλες και πετσέτες.

Φαιδρό; Δεν λέτε τίποτα.

Αναρωτιέμαι αν βρέθηκε κανένας ισπανός Γιάννης Χάρης να γράψει "ελεύθερες ομπρέλες, ανελεύθερες σχέσεις", δαιμονοποιώντας συλλήβδην όλους τους απανταχού λουόμενους, αφήνοντας το υπονοούμενο ότι τα μπάνια στη θάλασσα είναι ολέθρια για την αγνή απόλαυση του παράλιου περιπάτου, αφού όλοι αυτοί οι λουόμενοι μας στερούν τη δυνατότητα να απολαύσουμε την παραλία με ησυχία, και να, ορίστε, ένα σωρό από δαύτους κάνουν και κατάληψη με την ομπρελοπετσέτα τους!

Ας μην μπερδεύουμε το φάντη με το ρετσινόλαδο και τη βούρτσα με άσχετη προς αυτήν αντικείμενα. Ναι, τόσο ο λουόμενος μας όσο και ο κατασκηνωτής μας στερεί την ελευθερία μας ως ένα σημείο - αλλά κι εμείς στερούμε την δική του. Κάπου πρέπει να βρεθεί μια μέση λύση. Και αυτή δεν μπορεί να είναι η απαγόρευση του μπάνιου στη θάλασσα, ούτε της κατασκήνωσης (επειδή τυχαίνει εμείς να μην κατασκηνώνουμε, και σκασίλα μας στο κάτω-κάτω, δεν σημαίνει ότι μπορούμε ελαφρά τη καρδία να αμφισβητούμε το δικαίωμα των άλλων να το κάνουν). Η λύση είναι να βγάλουμε την ομπρέλα και σκηνή μόνο του καταληψία, όχι όλων των λουμένων και κατασκηνωτών, και να βάλουμε όρια στον τρόπο εγκατάστασης στην ύπαιθρο, είτε αυτή αφορά ημερησία είτε πολυήμερη εκδρομή. Ελευθερία, ναι, αλλά με όρους.

Τόσο δύσκολο πια δεν είναι.

Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2010

ΨΗΓΜΑΤΑ ΣΟΦΙΑΣ ΣΕ ΑΝΥΠΟΠΤΑ ΣΗΜΕΙΑ

Λόγου χάρη, στο πίσω μέρος του βυτιοφόρου που στέκεται μπροστά σας καθώς περιμένετε στην ουρά στα διόδια.



Μόλις γύρισα από διακοπές και βρίσκομαι ακόμη στο θάλαμο αποσυμπίεσης.

Αναμείνατε στις οθόνες σας. Περισσότερη Μελάνη, σε λίγο!