Δευτέρα 31 Μαρτίου 2008

ΑΘΕΟΛΟΓΙΑ

Οι θεοί δημιουργήθηκαν κατ’ εικόνα και ομοίωση του ανθρώπου

Μου φαίνεται πολύ αστείο να γράφω ένα κείμενο σχετικά με ένα αντικείμενο ανύπαρκτο. Όταν όμως ολόκληρος συγγραφέας και επιστήμων του διαμετρήματος ενός Ρίτσαρντ Ντώκινς κάθεται και γράφει ολόκληρο βιβλίο για το ζήτημα του θεού, δεν είναι ντροπή για μια απλή νοικοκυρά σαν εμένα να καταγίνεται με το θέμα. Άλλωστε μπορώ να το δω σαν συγγραφική άσκηση ύφους: η τέχνη του να γράφεις όταν δεν υπάρχει τίποτα να πεις πέρα από το προφανές.

Ότι και να γράψει κανείς για το θεό δεν μπορεί παρά να είναι παρέλκον, περιττό. Να μπει στον κόπο και τη διαδικασία να αποδείξει ότι ο θεός δεν υπάρχει είναι τουλάχιστον φαιδρό. Αλίμονο αν έπρεπε να αποδείξουμε ότι δεν υπάρχουν όλα όσα δεν υπάρχουν – οι θεοί, οι νεράιδες, οι μονόκεροι, τα πράσινα άλογα, οι ιπτάμενες χαλβαδόπιτες. Όποιος πιστεύει ότι υπάρχει κάτι εκ των ανωτέρω (πλάσματα τα οποία, αν μη τι άλλο, ποτέ κανείς δεν είδε, ούτε πιστοποιήθηκε ποτέ κατά κανέναν τρόπο η ύπαρξή τους) και ότι όλοι οφείλουν να πιστέψουν στην ύπαρξή του, ας μπει στη διαδικασία να μας το αποδείξει με λογικά και πειστικά επιχειρήματα. Αλλιώς ας το πιστεύει μοναχός του και ας μας αφήσει ήσυχους στον πεζό φυσικό κόσμο μας – δίχως μονόκερους, δίχως νεράιδες, δίχως θεούς.

Αυτό που προτίθεμαι να διαπράξω με το παρόν είναι κάτι παραπάνω από βλασφημία. Η βλασφημία στις μέρες μας είναι πλέον όχι απλώς αποδεκτή, αλλά και μοδάτη, για να μην πω ότι είναι προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για να θεωρείται κανείς σύγχρονος και προχωρημένος. Όχι. Δεν βλασφημώ απλώς. Προτίθεμαι να διαπράξω το έσχατο έγκλημα της πολιτισμένης κοινωνίας του εικοστού πρώτου αιώνα: έλλειψη πολιτικής ορθότητας.

Είναι γενικά παραδεκτό ότι, έστω για λόγους ευγένειας και πολιτικής ορθότητας, αν όχι για λόγους κοινωνικής σταθερότητας και αρμονίας, οφείλουμε να σεβόμαστε τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των ανθρώπων. Αυτών των ίδιων ανθρώπων οι οποίοι στην πλειοψηφία τους δεν σέβονται τις πεποιθήσεις των άλλων και δεν αναγνωρίζουν στους αλλόδοξους το ίδιο δικαίωμα που προϋποθέτουν και απαιτούν για τους εαυτούς τους, δηλαδή το δικαίωμα να πιστεύουν ότι γουστάρουν και να επιχειρούν να πείσουν και άλλους για τις πεποιθήσεις τους. Η έννοια της θρησκείας καλλιεργεί τη μισαλλοδοξία. Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού ο αληθινά θρήσκος άνθρωπος πιστεύει ακράδαντα ότι κατέχει τη μοναδική αληθινή πίστη; Πώς θα μπορούσε ένας αληθινά θρήσκος και πιστός άνθρωπος να σεβαστεί ουσιαστικά οποιαδήποτε πεποίθηση δεν συνάδει με τη δική του;

Βεβαίως υπάρχουν θρήσκοι άνθρωποι που σέβονται, αν όχι καθαυτές τις πεποιθήσεις των άλλων, τουλάχιστον το δικαίωμά τους να έχουν άλλες πεποιθήσεις. Ανεξάρτητα όμως από τη στάση στων θρησκευόμενων, υπάρχει πραγματικά λόγος να σεβόμαστε τις θρησκευτικές πεποιθήσεις; Για ποιο λόγο πρέπει να σεβόμαστε μια παράλογη και αναπόδεικτη πεποίθηση; Αν έρθει κάποιος και μας πει ότι υπάρχουν ξωτικά, τον θεωρούμε τρελό, εκτός κι αν προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία της ύπαρξής τους. Αν έρθει κάποιος και μας πει ότι υπάρχει ένα αόρατο υπερφυσικό πλάσμα που δημιούργησε τον κόσμο και επιστατεί στη λειτουργία του, τον θεωρούμε ευλαβή. Και όμως η μόνη διαφορά τους είναι ότι ο πρώτος είναι μόνος του, ενώ ο άλλος έχει ένα οργανωμένο σύστημα να τον στηρίζει.

Ο Μπέρτραν Ράσσελ το έχει διατυπώσει πολύ ωραία με το παράδοξο της ιπτάμενης τσαγέρας: φανταστείτε να ισχυριζόμουν ότι υπάρχει μια ιπτάμενη τσαγέρα σε τροχιά γύρω από τον ήλιο, τόσο μικρή που δεν την πιάνουν ούτε τα ισχυρότερα τηλεσκόπια. Φυσικά είναι αδύνατον να αποδείξω την ύπαρξή της, άλλο τόσο αδύνατον όμως είναι και να αποδείξει οποιοσδήποτε την ανυπαρξία της. Κάθε λογικός άνθρωπος θα σκεφτεί ότι είμαι τουλάχιστον εκκεντρική, αν όχι παράλογη. Αν όμως αρχίσω να ισχυρίζομαι ότι είναι απαράδεκτη ασέβεια η άρνηση της ύπαρξης της τσαγέρας, κάθε λογικός άνθρωπος θα σκεφτεί ότι είμαι ψυχοπαθής. Ωστόσο αν η ύπαρξη μιας τέτοιας τσαγέρας αναφέρεται στις αρχαίες ιερές βίβλους, παρουσιάζεται ως η μοναδική αληθινή πίστη, και διδάσκεται στα παιδιά ήδη από τη γέννησή τους, τότε η αμφιβολία για την ύπαρξή της μπορεί να οδηγήσει τον αμφισβητία στο γραφείο του ψυχιάτρου, ενώ σε μια άλλη εποχή θα τον είχε οδηγήσει στην πυρά.

Είναι επίσης γενικά παραδεκτό ότι, για τους προαναφερθέντες λόγους και επιπλέον για λόγους ιστορικής μνήμης και εθνικής ταυτότητας οφείλουμε να σεβόμαστε τις παραδόσεις. Γιατί ακριβώς; Επειδή οι συνήθειες κόβονται δύσκολα; Επειδή έχουμε διδαχτεί να ταυτίζουμε τις συνήθειες αυτές με την προσωπική και εθνική μας ταυτότητα;

Οι συνήθειες κόβονται πράγματι πολύ δύσκολα. Έξις δευτέρα φύσις, έλεγαν οι σοφοί αρχαίοι. Όλοι μας είμαστε δεμένοι με τις συνήθειές μας, τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και σε εθνικό. Όσο οι συνήθειες αυτές δεν βλάπτουν κανέναν, μπορούμε να τις συνεχίζουμε ανενόχλητοι. Όταν όμως μια συνήθεια είναι βλαβερή ή οχληρή, τότε μπορούμε και πρέπει να την καταργήσουμε. Υπάρχουν παραδόσεις ανώδυνες, παραδόσεις αδιάφορες, παραδόσεις ευγενικές, παραδόσεις επικίνδυνες, παραδόσεις ευεργετικές, παραδόσεις απάνθρωπες. Η κλειτοριδεκτομή είναι παράδοση σε πολλές Αφρικανικές κουλτούρες. Να τη διατηρήσουμε; Ορισμένες φυλές νησιών του Ειρηνικού έχουν παράδοση στον κανιβαλισμό. Να τον συνεχίσουμε; Κάποιες φυλές ιθαγενών του Αμαζονίου έχουν παράδοση τη συρρίκνωση ανθρώπινων κεφαλών. Να τη διαιωνίσουμε; Τα παραδείγματα αυτά μοιάζουν ακραία, ωστόσο υπάρχουν πολλά και ποικίλα δυτικά έθιμα και παραδόσεις που δεν έχουν τίποτε να μας προσφέρουν και δεν έχουν κανένα λόγο ύπαρξης, πέρα από το γεγονός ότι είναι παράδοση, με άλλα λόγια και πολύ απλά, συνήθεια.

Οι παραδόσεις δεν είναι αξία αφ’ εαυτών. Οι παραδόσεις υπόκεινται σε μεταβολές από τη φύση τους, και πράγματι έχουν μεταβληθεί πολλές φορές στην πορεία των αιώνων. Δεν έχει νόημα να μιλάμε για επιτούτου διατήρηση των παραδόσεων. Όσο μια παράδοση εκφράζει κάποια ανάγκη, διατηρείται ούτως ή άλλως. Όταν αχρηστευθεί και είναι πλέον παρωχημένη, καταργείται από μόνη της. Δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να προσπαθούμε να διατηρήσουμε τις παραδόσεις με το ζόρι – ας τις διατηρούν όσοι τις έχουν ανάγκη εφόσον δεν βλάπτουν κανέναν. Αντιθέτως έχει νόημα να επιχειρήσουμε να καταργήσουμε όσες παραδόσεις είναι οχληρές, επικίνδυνες, βλαβερές – έστω και αν πολλοί ενοχληθούν από αυτό.

Στις οχληρές και επικίνδυνες παραδόσεις κατατάσσω και τη θρησκεία.

Εννοείται ότι δεν οραματίζομαι πολέμους και διωγμούς. Οραματίζομαι απλώς να πάψουμε να δίνουμε αξία στη θρησκεία. Να πάψουμε να δείχνουμε σεβασμό στις απόψεις των εκπροσώπων και των μελών της. Να πάψουμε να δεχόμαστε ως κάτι φυσικό την επιβολή των θρησκευτικών ηθών και εθίμων σε εμάς τους ίδιους και τα παιδιά μας.

Χρόνια ολόκληρα, δεκαετίες, αιώνες, ο σεβασμός στη θρησκεία θεωρείται κάτι παραπάνω από επιβεβλημένος: θεωρείται αυτονόητος. Όπου επικρατεί μια σχετική ανεξιθρησκεία και ανεκτικότητα είναι μεν επιτρεπτό να μην είσαι θρήσκος, αλλά είναι αδιανόητο να μην σέβεσαι τη θρησκευτικότητα όσων είναι θρήσκοι. Πάει να πει, φτάνει που σε ανεχόμαστε, ανατρεπτικέ άπιστε, μην έχεις την απαίτηση να σε θεωρούμε και ισάξιό μας! Και δείξε λίγο σεβασμό παρακαλώ!

Και έρχομαι τώρα εγώ η πτωχή τω πνεύματι και αναρωτιέμαι: γιατί πρέπει να σέβομαι μια ολωσδιόλου παράλογη και αστήρικτη πεποίθηση; Επειδή αυτοί που την πιστεύουν είναι πολλοί και αν δεν τη σεβαστώ θα με πλακώσουν στο ξύλο; (αυτό ισχύει εν μέρει, και ισχύει στον υπερθετικό βαθμό σε κάτι ισλαμικά κράτη) Επειδή την πιστεύουν εδώ και πολλά χρόνια και δυσκολεύονται να κόψουν τη συνήθεια; (ας μην την κόψουν, μην περιμένουν όμως να τους πάρουν και στα σοβαρά.) Επειδή θα πάθουν νευρική κατάπτωση και υπαρξιακή κρίση αν κλονιστεί η πεποίθησή τους; (αυτός είναι ένας βασικός λόγος για να τους δείχνουμε αν μη τι άλλο ευγένεια και ανοχή, όχι όμως μέχρι και του σημείου να πάθουν όλοι οι άλλοι νευρασθένεια για να μην πάθουν εκείνοι).

Η θρησκεία γεννήθηκε από το φόβο, την άγνοια, το δέος του πρωτόγονου ανθρώπου απέναντι στα ανεξήγητα φυσικά φαινόμενα, απέναντι στην αβεβαιότητα της ζωής, απέναντι στο φόβο του θανάτου. Στη συνέχεια έγινε εργαλείο μαζικής χειραγώγησης και ελέγχου από το ιερατείο και από την πολιτεία σε αγαστή συνεργασία μαζί του (ιερατείο και πολιτεία είναι απλώς δυο όψεις του νομίσματος της εξουσίας). Είναι ένα συνονθύλευμα παρήγορων ή τρομακτικών μύθων που μας επηρεάζουν είτε χαοτικά από μόνοι τους είτε κατευθυνόμενα στα χέρια της εξουσίας. Το θρησκευτικό αίσθημα είναι ένα αίσθημα απόλυτα κατανοητό, αλλά δεν δικαιώνει τις παράλογες πεποιθήσεις που εκπορεύονται από αυτό. Ούτε και υπάρχει λόγος να σεβαστούμε τις πεποιθήσεις αυτές εφόσον έχουμε τη γνώση και την εσωτερική δύναμη να ζήσουμε χωρίς υπαρξιακά δεκανίκια.

Προσοχή: λέω ότι δεν χρειάζεται να σεβαστούμε τις πεποιθήσεις – δεν λέω ότι δεν χρειάζεται να σεβόμαστε τους ανθρώπους που τις ασπάζονται. Να τους σεβόμαστε, όπως σεβόμαστε όλους τους ανθρώπους, στο βαθμό που μας σέβονται και εκείνοι. Να είναι ελεύθεροι να τιμούν τις πεποιθήσεις τους ανενόχλητοι με τον τρόπο τους, χωρίς όμως να περιμένουν ότι όλοι οι άλλοι θα τις σέβονται και θα τις τιμούν επίσης. Ας καταλάβουν ότι δεν είναι καλύτεροι από τους άλλους που πιστεύουν σε άλλους θεούς ή και σε κανέναν, ας καταλάβουν ότι δεν μπορούν να θεωρούν δεδομένη την πρωτοκαθεδρία της δικής τους πίστης, όποια και αν είναι αυτή. Και όσοι αντέχουν, ας καταλάβουν και τον παραλογισμό του θεϊσμού.

Είμαι ένας άνθρωπος πολύ απλός, απλοϊκός θα έλεγα. Δεν βλέπω το λόγο να περιπλέκω τη ζωή μου. Θεωρώ ότι υπάρχουν μόνον όσα είμαι σε θέση να αντιληφθώ με τις αισθήσεις που μου έδωσε η φύση ή να υποθέσω την ύπαρξή τους συνεκδοχικά με λογικά δομημένα επιχειρήματα βασισμένα σε πραγματικά στοιχεία, αντιληπτά από τις αισθήσεις που λέγαμε. Δεν θεωρώ αξία την τυφλή πίστη σε κάτι αναπόδεικτο.

Και για να μην μακρηγορώ άλλο, δηλώνω ευθαρσώς ότι:

Δεν οφείλουμε να σεβόμαστε τις αστήρικτες πεποιθήσεις.

Δεν οφείλουμε να σεβόμαστε τις παραδόσεις.

Δεν οφείλουμε να σεβόμαστε τη θρησκεία.

Αντιθέτως,

Οφείλουμε να σεβόμαστε την γνώση.

Οφείλουμε να σεβόμαστε την αλήθεια.

Οφείλουμε να σεβόμαστε τους συνανθρώπους μας.

Οι λογικοί άνθρωποι γίνονται, ευτυχώς, όλο και περισσότεροι. Είναι εφικτό να ζήσει κανείς ακόμη και στην ελληνορθόδοξη κοινωνία χωρίς να βαφτίσει το παιδί του (όχι δεν θα έχει κανένα πρόβλημα, ναι θα το γράψουν κανονικά στο σχολείο), χωρίς να κάνει θρησκευτικό γάμο (υπάρχει και ο πολιτικός αν θέλει οπωσδήποτε να παντρευτεί), χωρίς να πάει στην ανάσταση (ας φάει μόνο τη μαγειρίτσα, θα γλιτώσει και από το καψάλισμα του τριχωτού της κεφαλής), χωρίς να φιλήσει το χέρι του παπά και χωρίς να τον προσφωνεί «πάτερ» (το απλό «κύριε» είναι υπεραρκετό για όλους τους ανθρώπους). Δεν θα πέσει κεραυνός να τον κάψει (εγγυημένα πράματα, το έχω δοκιμάσει), δεν θα περιθωριοποιηθεί κοινωνικά (υπάρχουν πολλοί κύκλοι ανθρώπων όπου μια τέτοια στάση είναι απόλυτα αποδεκτή), δεν θα χάσει τη δουλειά του (εκτός και αν εργάζεται στην αρχιεπισκοπή). Εμείς οι άθρησκοι μπορούμε πλέον να βγούμε στο φως, να νιώσουμε όχι πλέον μια στιγματισμένη και μόλις ανεκτή μειοψηφία αλλά μια ισότιμη και ισχυρή παρουσία.

Όσο για τους άλλους… ας πάνε στην ευχή της παναγίας!

Προτάσεις για ανάγνωση:

Το τέλος της πίστης, Sam Harris, εκδόσεις Ενάλιος

Η περί θεού αυταπάτη, Richard Dawkins, εκδόσεις Κάτοπτρο

Ενδιαφέροντες σύνδεσμοι:

http://en.wikipedia.org/wiki/Conversational_intolerance

http://en.wikipedia.org/wiki/Russells_teapot

http://en.wikipedia.org/wiki/Parody_religion

http://atheoi.org/

Ιδού οι διευθύνσεις των ιστοσελίδων ορισμένων διαδεδομένων ψευδοθρησκειών, που δείχνουν τον παραλογισμό του θεϊσμού προτείνοντας τη λατρεία επιτούτου επινοημένων θεοτήτων (άλλωστε όλες οι θεότητες επινοημένες είναι…)

http://www.invisiblepinkunicorn.com/

http://www.subgenius.com/

http://www.venganza.org/

Τώρα και στην Ελλάδα:

http://urfurslaag.blogspot.com/

http://souvlakimagnus.blogspot.com/

Προσωπικά προτιμώ την αόρατη ροζ μονόκερω, μου κάνει πιο κοριτσίστικη, κάπως σαν το μικρό μου πόνυ, γι’ αυτό αποφάσισα να ιδρύσω την εν Ελλάδι εκκλησία της.

http://rozmonokeros.blogspot.com/

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2008

ΦΩΤΑ ΚΑΙ ΦΩΤΙΣΜΟΣ

Η άλλη πλευρά

Φέτος στις 6 Ιανουαρίου έκανα κάτι που ποτέ πριν δεν μου είχε περάσει από το μυαλό να κάνω.

Το πρωί χτύπησε το κουδούνι, άνοιξα και βρέθηκα φάτσα κάρτα με έναν παπά που κρατούσε αγιαστούρα. Μου πήρε λίγα λεπτά να καταλάβω περί τίνος επρόκειτο. Ο άνθρωπος με καλημέρισε ευγενέστατα και με ρώτησε, να μπούμε να αγιάσουμε; Μου πήρε ένα ή δύο δευτερόλεπτα να συγκροτηθώ και να του απαντήσω, επίσης ευγενέστατα, όχι, ευχαριστώ, δεν είμαστε χριστιανοί.

Μόλις έκλεισε η πόρτα είχα μια παράδοξη αίσθηση. Μια αίσθηση ελαφράδας, μια αίσθηση του εξωπραγματικού. Συνειδητοποίησα μονομιάς πόσο πολύ είχε διαποτίσει τα κύτταρά μου η ιδέα της ορθοδοξίας, η ιδέα όχι τόσο ότι τον παπά τον σεβόμαστε (και τον σεβάστηκα, ήμουν ευγενέστατη, όπως θα ήμουν και με κάθε άνθρωπο που θα μου φερόταν ευγενικά) όσο ότι έχει εξουσία, ότι έχω υποχρέωση να συμμορφωθώ με όσα μου πει, να μην του φέρω αντίρρηση, να του αποδώσω μια αξία και ένα κύρος μεγαλύτερα από εκείνα που αποδίδω στους άλλους ανθρώπους. Και μια πιο σκοτεινή και συνήθως αόρατη πτυχή αυτής της ιστορίας, ότι αν διαχωρίσω έστω και ειρηνικά τη θέση μου από την ορθοδοξία θα μου συμβεί κάτι κακό, κάτι δυσάρεστο, κάτι ασαφές μεν αλλά καταστροφικό, μια αίσθηση απειλής.

Ναι, μόλις έκλεισε η πόρτα είχα μια καινούρια αίσθηση, τελείως διαφορετική.

Μια αίσθηση ελευθερίας.

Τρίτη 25 Μαρτίου 2008

ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΟ

Μικρό αντιρατσιστικό

Με απερίγραπτη έκπληξη διάβασα προ ολίγου στην εφημερίδα El País ότι ο James Watson, ο γνωστός επιστήμονας που μοιράστηκε το βραβείο Νόμπελ το 1962 με τον Francis Crick και τον Maurice Wilkins για την ανακάλυψη της δομής της διπλής έλικας του DNA, ο επιφανής αυτός γενετιστής, δήλωσε πρόσφατα ότι οι νέγροι έχουν χαμηλότερη ευφυΐα από τους λευκούς.

Αδυνατώντας να πιστέψω αυτό που διάβαζα, έκανα μια σύντομη έρευνα στο διαδίκτυο και διαπίστωσα ότι ο 80χρονος πλέον Γουώτσον όντως έκανε τη δήλωση αυτή στην εφημερίδα Sunday Times. Συγκεκριμένα δήλωσε ότι «ανησυχεί πολύ για τις προοπτικές της Αφρικής» επειδή «όλες οι πολιτικές μας βασίζονται στο γεγονός ότι είναι τόσο ευφυείς όσο εμείς, ενώ όλα τα τεστ δείχνουν ότι δεν είναι έτσι.» Συνέχισε λέγοντας ότι ελπίζει ειλικρινά να είμαστε όλοι ίσοι, αλλά παρατήρησε ότι «όσοι χρειάζεται να εργαστούν με μαύρους υπαλλήλους διαπιστώνουν ότι δεν είναι αλήθεια.»

Σκάλισα στο αρχείο μου και βρήκα ένα παλιό τεύχος της ελληνικής έκδοσης του Scientific American, το τεύχος Μαρτίου 2004, όπου δημοσιεύεται ένα ωραίο άρθρο στο οποίο αναφέρεται ότι μετά από πειράματα διαπιστώθηκε ότι η έννοια της φυλής είναι ανύπαρκτη και αυθαίρετη. Κοντολογίς, δεν υπάρχουν φυλές. Καθόλου. Δεν υπάρχουν μαύροι και άσπροι, ούτε καν αφρικανοί και ευρωπαίοι (το περίφημο «καυκάσιος» που χρησιμοποιούν κατά κόρον στις ΗΠΑ είναι ούτως ή άλλως σφάλμα). Το να λέμε ότι όλοι όσοι έχουν μελαψό δέρμα ανήκουν σε μια «φυλή» είναι εξίσου άτοπο με το να μιλάμε για τη φυλή των ξανθών ή τη φυλή των μακρυπόδαρων ή τη φυλή των χορευταράδων.

Το άρθρο είναι ξεκάθαρο. Θέτει το ερώτημα «Υπάρχουν φυλές;» και απαντά σαφώς: «αν ως φυλή ορίζουμε μια γενετικά διακριτή ομάδα, η απάντηση είναι αρνητική». Οι ερευνητές κατέταξαν τα υπό μελέτη άτομα σε ομάδες χρησιμοποιώντας μόνο τη γενετική πληροφορία και κατέληξαν στο παραπάνω συμπέρασμα. Αναφέρουν ότι «ομάδες με παρόμοια σωματικά χαρακτηριστικά μπορεί να διαφέρουν γενετικά σε μεγάλο βαθμό». Το χρώμα του δέρματος είναι ένα πολύ εμφανές σωματικό χαρακτηριστικό που επηρεάζεται από την ηλιοφάνεια, από τον τόπο διαβίωσης δηλαδή. Τίποτε δεν δείχνει ότι το χρώμα του δέρματος συνδέεται με την ευφυΐα, καμμία έρευνα δεν το έχει αποδείξει και δεν έχουμε κανένα λόγο να το υποθέσουμε. Μια ομάδα ανθρώπων μπορεί να έχει σκούρο χρώμα δέρματος επειδή ζει σε περιοχή με μεγάλη ηλιοφάνεια, αλλά τα υπόλοιπα γενετικά καθοριζόμενα χαρακτηριστικά της μπορεί να είναι (και συνήθως είναι) πολύ ετερόκλητα.

Πολύχρωμη βινιέτα

Πριν δυο εβδομάδες είχα πάει στα Χελιδονίσματα, μια εκδήλωση της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας στον πύργο βασιλίσσης (ας με συγχωρήσουν που δεν μου έρχεται να το πω «πάρκο Τρίτσης»). Εκεί συνάντησα τη φίλη μου τη Φωτεινή, μια κατάξανθη κοπέλα με ανοιχτόχρωμο δέρμα, πράσινα μάτια και λεπτά χαρακτηριστικά, και την κορούλα της τη Βεατρίκη, με μελαχρινό σγουρό μαλλί, κατάμαυρα ματάκια, μελαψό δέρμα, σαρκώδη χείλη και φαρδιά μύτη (αυτό που όλοι μας, ακόμη και όσοι δηλώνουμε μη-ρατσιστές, λέμε «μαύρη»). Υπήρχαν άλλα δύο «μαύρα» παιδάκια στην παρέα, η εφτάχρονη Ανίκα και ένα μωρό αγνώστου ονόματος. Τo γεγονός ότι είχα μαζί και τη σκύλα μου (επίσης μαύρη, χωρίς εισαγωγικά όμως αυτή) τράβηξε την προσοχή και το ενδιαφέρον των παιδιών που μαζεύτηκαν γύρω μου. Έκανε πολλή ζέστη. Κάποια στιγμή η Ανίκα έβγαλε τη μπλούζα της για να δροσιστεί και μου είπε «Κοίτα! Έχω κοιλιά!» δείχνοντας την κοιλίτσα της. Σε απάντηση σήκωσα τη μπλούζα μου ως εκεί που μου επέτρεπε η δημοσία αιδώς και της είπα «Κι εγώ έχω κοιλιά!» Η Ανίκα τότε, μάλλον για να μου τη βγει, μου είπε «Εγώ είμαι μαύρη». Την κοίταξα με ειλικρινή έκπληξη και της είπα «μαύρη; μα υπάρχουν άνθρωποι μαύροι;» Η Ανίκα μπερδεύτηκε. Έγειρε λίγο το κεφάλι στο πλάι και με κοίταξε, ζυγίζοντάς με. Εγώ συνέχισα: «Εγώ δεν έχω δει ποτέ μου άνθρωπο μαύρο. Έχω δει καφέ σκούρο, καφέ ανοιχτό, μπεζ, μαύρο όμως δεν έχω δει ποτέ μου. Ούτε άσπρο. Για φαντάσου έναν άνθρωπο κάτασπρο!» και γέλασα. Η Ανίκα επέμεινε: «Ο μπαμπάς μου είναι μαύρος». «Μαύρος;» τη ρώτησα. «Σιγά μην είναι μαύρος! Μαύρος σαν κάρβουνο;» «Ναι!» έβαλε τα γέλια. «Σαν κατράμι;» «Ναι!» με κοίταξε κοροϊδευτικά. «Σαν το σκύλο μου;» «Ναι!» την έβλεπες ότι το διασκέδαζε.

Η Ανίκα δεν μπορεί να διανοηθεί ότι ο μπαμπάς της δεν είναι «μαύρος», όπως δεν μπορούμε και εμείς οι μεγαλύτεροι, παρά τη μόρφωση και την ενημέρωση. Όταν λεώ εμείς εννοώ όλοι, όχι μόνο όσοι δηλώνουν ρατσιστές αλλά και όσοι δηλώνουν μη ρατσιστές. Μαύρος όχι βέβαια στο χρώμα, αλλά σαν ιδιότητα, σαν ταυτότητα. Και η λέξη μαύρος και κατώτερος πάνε χέρι-χέρι στο μυαλό μας.

Θέλω να ελπίζω ότι έβαλα ένα μικρό σποράκι στο μυαλουδάκι της, ένα σποράκι που θα μεγαλώσει και θα την κάνει να σκεφτεί λιγάκι πέρα από μαύρο και άσπρο. Να σκεφτεί άνθρωπο.

Για εσάς, αγαπητοί αναγνώστες, έχω μια ερώτηση και μια άσκηση.

Ερώτηση: βλέπετε στο δρόμο έναν άνθρωπο με ανοιχτόχρωμο δέρμα. Όταν τον περιγράφετε λέτε «λευκός»; Μάλλον όχι. Βλέπετε στο δρόμο έναν άνθρωπο με πολύ σκούρο δέρμα. Όταν τον περιγράφετε λέτε «μαύρος»; Μάλλον ναι.

Την επόμενη φορά που θα δείτε έναν άνθρωπο στο δρόμο, προσπαθήστε να τον περιγράψετε στον εαυτό σας χωρίς να χρησιμοποιήσετε το χαρακτηρισμό «λευκός» ή «μαύρος», ούτε κανένα άλλο δηλωτικό φυλής. Δεν είναι καθόλου εύκολο. Μπορεί να αποφύγετε το «λευκός» ως αυτονόητο στη χώρα που ζούμε, αλλά πολύ δύσκολα θα παρακάμψετε το «μαύρος».

Οι άνθρωποι με μελαψό δέρμα δεν είναι ίσοι με τους υπόλοιπους «παρόλο που είναι μαύροι». Δεν τίθεται καν θέμα ισότητας, γιατί δεν τίθεται καν θέμα διάκρισης. Δεν υπάρχουν μαύροι και άσπροι.

Όταν φτάσουμε στο σημείο να βλέπουμε έναν άνθρωπο και να σκεφτόμαστε μόνον «άνθρωπος», τότε μπορούμε να ξεχάσουμε το ρατσισμό.

Ως τότε…

Σύνδεσμοι:

Για τη συνέντευξη του Γουώτσον:

http://www.timesonline.co.uk/tol/news/uk/article2677098.ece

Για το άρθρο του Scientific American:

http://www.sciam.com/article.cfm?id=00055DC8-3BAA-1FA8-BBAA83414B7F0000


25η ΜΑΡΤΙΟΥ

...και κάτι επετειακό από το ιστολόγιο του Αθεόφοβου, έτσι για να μην ξεχνάμε και την ιστορία μας (αν την ξέραμε και ποτέ μας...)

http://atheofobos.blogspot.com/2008/03/25.html

Χαριτωμένη λεπτομέρεια:

Έλληνες και Τούρκοι είναι μάλλον οι μόνοι λαοί στον κόσμο των οποίων οι εθνικές εορτές είναι οι επέτειοι της απελευθέρωσης του ενός από τον άλλον!

Εμείς μεν γιορτάζουμε την υποτιθέμενη κήρυξη της επανάστασης για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού στις 25 Μαρτίου του 1821, εκείνοι δε τη νίκη του τουρκικού στρατού κατά των ελληνικών δυνάμεων στο Αφιόν Καραχισάρ στις 30 Αυγούστου του 1922, με την οποία εκδιώχθηκαν οι Έλληνες εισβολείς από τα εδάφη τους.

Για του λόγου το αληθές:

http://en.wikipedia.org/wiki/Victory_Day#Victory_Day_on_August_30_in_Turkey

http://en.wikipedia.org/wiki/Battle_of_Dumlupınar

Κυριακή 23 Μαρτίου 2008

Ο ΧΟΡΟΣ ΤΟΥ ΗΣΑΪΑ

Περί γάμου και ελευθερίας

Πολλά λέγονται και ακούγονται για το γάμο: γάμος θρησκευτικός, γάμος πολιτικός, γάμος ομοφυλόφιλων και ετεροφυλόφιλων, μονογαμία, διγαμία, πολυγαμία, διαζύγιο, γάμος ισόβιος (χωρίς αναστολή), γάμος λευκός (και μαύρος, και πολύχρωμος), γάμος ιδιωτικός και γάμος δημόσιος, συμβίωση άνευ γάμου και γάμος άνευ συμβίωσης…

Με το νομοσχέδιο που προτάθηκε πρόσφατα για την ελεύθερη συμβίωση, το θέμα του γάμου επανέρχεται στο προσκήνιο. Το θεσμό της ελεύθερης συμβίωσης τον πρωτοάκουσα στην Ισπανία πριν από κάτι χρόνια, και η πρώτη μου σκέψη ήταν, όχι Γιάννης μα Γιαννάκης. Δηλαδή, τι πολιτικός, τι θρησκευτικός, τι συμβίωση και κολοκύθια στο πάτερο. Η ουσία είναι η ίδια: η θεσμοθέτηση της συντροφικής σχέσης δύο ανθρώπων (συνήθως ετεροφυλόφιλων, αλλά αυτό είναι το λιγότερο εν προκειμένω) μέσα σε κάποιο πλαίσιο, είτε αυτό λέγεται κοινωνία, είτε πολιτεία, είτε εκκλησία. Η κεντρική ιδέα, πολύ αφαιρετικά, είναι είτε ότι το ζευγάρι ζητά από κάποιο φορέα να επικυρώσει τη σχέση του, είτε ότι ο φορέας επιβάλει στο ζευγάρι την κύρωση της σχέσης προκειμένου να γίνει κοινωνικά αποδεκτό στο συγκεκριμένο πλαίσιο.

Αφού είχα γράψει τα παραπάνω, διάβασα στο «Έθνος» ακολουθώντας τον παρακάτω σύνδεσμο* http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11424&subid=2&tag=8777&pubid=668434 που είδα στο ιστολόγιο του φίλου μου Δρακατώρ, ότι η εκκλησία χαρακτήρισε πορνεία κάθε σεξουαλική σχέση που δεν έχει ευλογηθεί από θρησκευτικό γάμο. Ο εκπρόσωπος της εκκλησίας αναφέρθηκε στην ελεύθερη συμβίωση, πλην όμως προφανώς παίρνει η μπάλα και τον πολιτικό γάμο. Αυτό εμφανώς αφορά μόνον όσους είναι ή θέλουν να φαίνονται χριστιανοί ορθόδοξοι. Εννοείται ότι η θέση της εκκλησία δεν σηκώνει συζήτηση: εκείνη θεσπίζει τους κανόνες της, εκείνη είναι η μόνη αρμόδια να τους κρίνει, και τα μέλη της είναι υποχρεωμένα να τους δεχτούν. Ούτε ψύλλος στον κόρφο τους.

Το σημείο κλειδί όμως για μένα είναι παρακάτω φράση, προς το τέλος του άρθρου, η οποία αποδίδεται στον υπουργό Δικαιοσύνης Σ. Χατζηγάκη: «το Σύμφωνο καθιστά τις έως τώρα ελεύθερες σχέσεις συμβίωσης «λιγότερο ελεύθερες» και τους πολίτες περισσότερο υπεύθυνους» (η υπογράμμιση δική μου). Εκεί ακριβώς είναι η ουσία: το σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης δεν είναι παρά μία προσπάθεια να στερήσουμε την ελευθερία από όσους τόλμησαν να την διεκδικήσουν και να την κάνουν πράξη, να μαντρώσουμε ευσχήμως πλην σαφώς τα πρόβατα που είχαν το θράσος να ξεστρατίσουν από το μαντρί. Γιατί είναι προφανές ότι και ο τίτλος ακόμη της διάταξης, «Σύμφωνο Ελεύθερης Συμβίωσης», αποτελεί οξύμωρο σχήμα. Αν είναι ελεύθερη, τι το θέλει το σύμφωνο; Και αν υπογράψουμε σύμφωνο, πώς είναι δυνατόν να είναι ελεύθερη;

Προσωπικά ποτέ μου δεν κατάλαβα τι δουλειά έχει η θρησκεία, το κράτος, η κοινωνία, οποιοσδήποτε επίσημος φορέας γενικά, με την ερωτική ζωή μου. Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί οφείλω να δηλώσω σε κάποιο επίσημο θεσμοθετημένο όργανο ότι προτίθεμαι να συμβιώσω με έναν (ή δύο, ή τρεις, ή τέσσερις…) άνθρωπο (ανθρώπους) ή/και να έχω σεξουαλικές σχέσεις μαζί του (τους). Καταλαβαίνω φυσικά γιατί τα θεσμοθετημένα αυτά όργανα θέλουν καλά και σώνει να τους δώσω λογαριασμό για τη σεξουαλικότητά μου και την προσωπική ζωή μου: θέλουν να με ελέγξουν γιατί αυτή είναι η δουλειά τους, να ελέγχουν τα μέλη που απαρτίζουν την κοινωνία, επιδιώκοντας την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη ευταξία και ηρεμία. Και επειδή ως γνωστόν η ισχυρότερη κινητήρια δύναμη των έμβιων όντων είναι το σεξ, ο έλεγχος ξεκινά από εκεί, και προχωρά αμέσως μετά στα οικονομικά. Μια καλή μου φίλη είχε πει κάποτε ότι ο καλύτερος τρόπος να ελέγξεις τους ανθρώπους είναι να τους δημιουργείς κοινά συμφέροντα. Το παιδί, το σπίτι, το αυτοκίνητο, η κοινωνική θέση, η σύνταξη, οι δόσεις του δανείου… όλα αυτά μας κρατούν δέσμιους του θεσμού που ονομάζουμε γάμο. Ενός κοινωνικού θεσμού, μιας κοινωνικής σύμβασης, ενός συμβολαίου συνεργασίας που καμμία σχέση δεν έχει με τον έρωτα, αν και υπάρχει τεράστια παραπληροφόρηση στο θέμα αυτό από τα ΜΜΕ, την τέχνη, τη λογοτεχνία και αλλού.

Όσον αφορά την χριστιανική εκκλησία και τους αντίστοιχους φορείς άλλων θρησκειών, δεν προτίθεμαι να ανακατευτώ στα χωράφια της εν προκειμένω. Όποιος είναι θρησκευόμενος και μέλος κάποιας θρησκευτικής οργάνωσης, ας πράξει κατά την πίστη του και κατά τη συνείδησή του. Ας παντρευτεί τη μια γυναίκα ή τον έναν άντρα που θεωρεί ότι του πέφτει αν είναι καθολικός και ας μείνει μαζί του όλη του τη ζωή, ας πράξει το ίδιο αν είναι ορθόδοξος, με τη δυνατότητα όμως να χωρίσει αν το επιθυμεί και να ξαναπαντρευτεί αν αντέχει (μέχρι τρεις φορές, όχι παραπάνω – και του θεού ν’ αρέσει, που λέει και η μάνα μου), ας παντρευτεί όσες γυναίκες αντέχει αν είναι άρρην μουσουλμάνος ή μορμόνος, και γενικώς ας κάνει ότι του υπαγορεύει η προσωπική του πίστη. Δεν με αφορά.

Με αφορά όμως το κράτος, όσο τουλάχιστον επιλέγω να ζω μέσα σε ένα πλαίσιο που ελέγχεται από αυτό. Και ομολογουμένως είναι δύσκολο να ζήσει κανείς εκτός ενός τέτοιου πλαισίου, ακόμη και οι ιθαγενείς της Αμαζονίας έχουν εκπολιτιστεί. Όλη η γη έχει μοιραστεί σαν πίτα σε διάφορα κράτη, όπου και να πας κάποιος κρατικός μηχανισμός θα απλώσει το χέρι του και θα σε τσακώσει, θεωρώντας ότι υπάγεσαι στη δικαιοδοσία του. Με αφορά λοιπόν το κράτος και η κοινωνία και με αυτά ασχολούμαι.

Σε επίπεδο κράτους, ο γάμος θεσμοθετείται και προωθείται με διάφορους τρόπους: φορολογικές απαλλαγές, διευκολύνσεις για τα παντρεμένα ζευγάρια σε στεγαστικά δάνεια και άλλες διαδικασίες, δικαιώματα του ενός συντρόφου απέναντι στον άλλον και απέναντι στην περιουσία του. Ενώ είναι πανεύκολο να παντρευτείς, είναι αρκετά πιο δύσκολο να χωρίσεις, απαιτεί νομική διαδικασία, είναι πολυέξοδο, χρονοβόρο και ψυχοφθόρο. Το γεγονός ότι παρόλα αυτά εξακολουθούν να βγαίνουν διαζύγια, μας δείχνει πόσο σημαντικό είναι για πολλούς να απαλλαγούν από τα καταναγκαστικά έργα ενός ανεπιθύμητου γάμου.

Σε επίπεδο κοινωνίας, όλοι γνωρίζουμε καλά τι γίνεται: φίλοι και συγγενείς μας προτρέπουν να παντρευτούμε, να τακτοποιηθούμε, να κάνουμε οικογένεια. Όλοι μας συγχαίρουν για το γάμο μας, κανείς για το διαζύγιό μας. Οι παντρεμένοι χαίρουν μεγάλης εκτίμησης, έχουν κοινωνική επιδοκιμασία. Οι διαζευγμένοι αποτελούν μάλλον αντικείμενο οίκτου παρά θαυμασμού. Όσο για τους ελεύθερους, θεωρείται λίγο πολύ δεδομένο ότι απλώς «δεν τα κατάφεραν».

Κι εγώ αναρωτιέμαι, γιατί θα πρέπει να θέλει κανείς να παντρευτεί; Γιατί θα πρέπει να θέλει κανείς να υποσχεθεί ότι θα μείνει για όλη του τη ζωή με έναν άνθρωπο, θα μοιραστεί μαζί του όλη του την περιουσία, θα έχει σεξουαλικές σχέσεις μόνο μαζί του για το υπόλοιπο της ζωής του; Και γιατί αυτό πρέπει να το δηλώνει σε ένα συμβόλαιο με κρατική επικύρωση; Γιατί δεν μπορώ να ζήσω με έναν άνθρωπο για ορισμένα χρόνια, για όσο χρονικό διάστημα τέλος πάντων το επιθυμούμε και οι δύο μας, να έχουμε σεξουαλικές σχέσεις μεταξύ μας ή και με άλλους όπως εμείς κρίνουμε, ενδεχομένως να κάνουμε παιδιά μαζί, και αν κάποτε η σχέση μας κλείσει τον κύκλο της και θέλουμε να πάμε παρακάτω να τραβήξει καθένας το δικό του δρόμο χωρίς αυτό να συνιστά δικάσιμο υπόθεση και αφορμή για τραγωδία;

Να θεσμοθετούνται οι υποχρεώσεις απέναντι στο παιδί, το καταλαβαίνω. Ένα παιδί δεν μπορεί να φροντίσει τον εαυτό του, χρειάζεται τη φροντίδα τουλάχιστον ενός γονιού. Να θεσμοθετούνται τα δικαιώματα του γονιού, επίσης το καταλαβαίνω, και μάλιστα θεωρώ ότι η κοινωνία υστερεί στον τομέα αυτό. Γιατί ο γονιός επίσης έχει ανάγκη να βλέπει το παιδί του, τόσο όσο έχει το παιδί ανάγκη να βλέπει το γονιό του ή και περισσότερο ακόμη. Δεν είναι δυνατόν να χωρίζει ένα ζευγάρι και το δικαστήριο να αποφασίζει ότι αυτός που δεν έχει την επιμέλεια θα βλέπει το παιδί του μόνο μια φορά την εβδομάδα! Ο άνθρωπος το σύντροφό του θέλει να χωρίσει, όχι το παιδί του! Γιατί να μην το βλέπει κάθε μέρα, έστω και για μία ή δύο ώρες; Γιατί να μην θεσμοθετείται αυτό το δικαίωμα, εφόσον φυσικά ο γονιός είναι συνεπής στις γονικές υποχρεώσεις του, άσχετα με την κατάσταση της συντροφικής σχέσης; Τέτοιες θεσμοθετήσεις τις κατανοώ και τις επικροτώ.

Δεν καταλαβαίνω όμως γιατί πρέπει να θεσμοθετούνται δικαιώματα απέναντι στο σύντροφο. Ενήλικος ο ένας, ενήλικος και ο άλλος. Ελεύθερα επέλεξαν να είναι μαζί, σαν ενήλικες. Ελεύθερα επιλέγουν να χωρίσουν. Τα περιουσιακά τους στοιχεία μπορούν να τα διαχειριστούν όσο είναι μαζί με τρόπο τέτοιο που να μην αδικείται κανένας τους σε περίπτωση χωρισμού. Μπορούν να κάνουν διαθήκες αφήνοντας ο ένας την περιουσία του στον άλλον για να εξασφαλιστούν. Και εν πάσει περιπτώσει, αν θέλουμε οπωσδήποτε να υπάρχει ο θεσμός του γάμου, ας μην είναι συμβόλαιο αορίστου χρόνου («για πάντα»), ας είναι ορισμένου χρόνου, πενταετίας ας πούμε, με δυνατότητα ανανέωσης (αν δεν απατώμαι κάποια ευρωβουλευτίνα πρότεινε επταετία). Ας μπορεί να λυθεί εύκολα, με μια απλή αίτηση. Ώστε να μην είναι κανείς δέσμιος της κοινωνικής σύμβασης, ώστε να μπορούν όλοι να επιλέγουν ελεύθερα το σύντροφό τους, να ανανεώνουν τη συμφωνία τους όσο συχνά το επιθυμούν και να την καταλύουν ελεύθερα και χωρίς κυρώσεις όποτε το θελήσουν. Γιατί η τήρηση των όρων ενός συμβολαίου μπορεί να είναι επιβεβλημένη σε άλλους είδους σχέσεις, όπως η εργασιακή ας πούμε, δεν μπορεί όμως να είναι επιβεβλημένη στην ερωτική σχέση. Ποιος άνθρωπος θέλει να ζει καταναγκαστικά με κάποιον για τον οποίο δε νιώθει πλέον ερωτική έλξη, επειδή υπέγραψε κάποτε ένα συμβόλαιο; Ποιος άνθρωπος θέλει να έχει στο πλευρό του ένα σύντροφο ο οποίος κατά βάθος θα ήθελε να φύγει μακριά του, και επειδή οι συνθήκες τον αναγκάζουν να παραμείνει καταλήγει να τον μισεί; Ποιος μπορεί να είναι τόσο ανάλγητος και αναίσθητος ώστε να θέλει να υποχρεώσει τα ζευγάρια σε παρόμοιο βασανιστήριο;

Το ιδανικό για μένα θα ήταν να μπορούσε καθένας να ζει ελεύθερα με όποιον ή όποιους θέλει, με όποιον τρόπο θέλει, για όσο χρόνο θέλει. Η σεξουαλική και η ερωτική ζωή του καθενός αφορά μονάχα τον ίδιον και τον σύντροφο ή τους συντρόφους του, κανέναν άλλον, ούτε τα παιδιά του, ούτε την κοινωνία, ούτε φυσικά πολύ λιγότερο το κράτος. Όσο για τα περιουσιακά και οικονομικά θέματα, μπορούν να ρυθμιστούν ως εξής: να έχει κάθε άνθρωπος το δικαίωμα να ορίσει έναν δικαιούχο της σύνταξής του σε περίπτωση θανάτου του, ασχέτως φύλου και ηλικίας. Οι φόροι κληρονομίας να είναι ίσοι για όλους, ασχέτως βαθμού συγγενείας, ώστε να μην αποτελεί αυτό κίνητρο για γάμο. Εννοείται ότι καθένας θα μπορεί να κάνει διαθήκη και να τα αφήνει όπου γουστάρει, σε έναν ή σε πολλούς. Τέλος, κάθε ενήλικας να ορίζει έναν άνθρωπο (ή ενδεχομένως δύο ή τρεις με σειρά προτεραιότητας) εμπιστοσύνης που να έχει δικαίωμα να αναλάβει την ευθύνη σε περίπτωση που χρειαστεί να ληφθούν αποφάσεις ερήμην του (μετά από κάποιο ατύχημα, λόγου χάρη, ή σε περίπτωση ψυχικής νόσου, ή σε άλλη τέτοια περίπτωση όπου κανονικά το λόγο έχει ο σύζυγος και οι συγγενείς πρώτου βαθμού).

Προτείνω δηλαδή μια απόλυτη κατάλυση του θεσμού του γάμου, ακόμη και των δεσμών αίματος αν το επιθυμεί κανείς (αλλά αυτό είναι άλλο θέμα που θα το ανοίξουμε σε άλλη ανάρτηση), και μια αναβάθμιση του θεσμού της φιλίας. Προτείνω να μπορεί καθένας να θεσμοθετεί την οικογένειά του επιλέγοντας πραγματικά ελεύθερα τους συντρόφους της ψυχής του, χωρίς πολλές τσιριμόνιες και χωρίς διακρίσεις υπέρ των ισόβιων μονογαμικών ετεροφυλόφιλων ζευγαριών.

Απίθανο, θα μου πείτε. Πράγματι ακούγεται επιστημονική φαντασία σήμερα. Ωστόσο πόσα πράγματα που ήταν επιστημονική φαντασία πριν από πενήντα ή εκατό χρόνια δεν έχουν γίνει πραγματικότητα σήμερα; Πόσες αλλαγές δεν έχουμε δει, όχι μόνο τεχνολογικές αλλά και κοινωνικές; Πριν από λίγες μόλις δεκαετίες, η μοιχεία ήταν ποινικό αδίκημα. Σήμερα πλέον κανείς δεν ασχολείται.

Ας το έχουμε στο μυαλό μας, ας κάνουμε πράξη την ελευθερία όσο μας επιτρέπουν όσοι αντέχουμε, και ας προσβλέπουμε σε ένα ακόμη πιο ελεύθερο μέλλον για όλους μας.

* Παρόμοιο άρθρο με αυτό του Έθνους υπάρχει και στην Καθημερινή:

http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathremote_1_17/03/2008_225934


Παρασκευή 21 Μαρτίου 2008

ΕΑΡΙΝΗ ΙΣΗΜΕΡΙΑ

Σας το μεταφέρω όπως μου το έστειλε

σήμερα το πρωί μια καλή φίλη





Ανοιξιάτικη βροχή

κάτω από τα κλαδιά

κρυστάλλινο ρυάκι.

Ματσούο Μπασό (1644-1694)


Ανοιξιάτικη βροχή

ομπρέλα και πανωφόρι

προχωρούν συζητώντας.

Γιόσα Μπουσόν (1716-1783)


Ανοιξιάτικη βροχή

το κοριτσάκι μαθαίνει

χορό τη γάτα.

Κομπαγιάσι Ίσσα (1763-1827)


Μία η ώρα βρέχει

δύο η ώρα ουράνιο τόξο

τρεις η ώρα κερασιές.

Κουμπόντα (1881-1924)


Αν δεν υπήρχαν πράγματα

σαν τα άνθη κερασιάς

σ’ αυτόν τον κόσμο,

πόσο ατάραχες θα ήταν

οι καρδιές μας την άνοιξη!

Αριγουάρα Νο Ναριχίρα (825-880)


Σκότος και φως μια στιγμιαία ισορροπία

έαρ και βροχή

εαρινή ισημερία.



Καλή άνοιξη συνταξιδιώτες!!

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2008

ΜΠΑΜΙΕΣ ΚΑΙ ΤΣΟΥΠΡΕΣ

Η καλλονή ως προσόν πολιτικού ανδρός

Πιστή στη δεύτερη ιδιότητα που ευαγγελίζομαι στον υπότιτλο του ιστολογίου και άπιστη στην τρίτη, λέω να καταπιαστώ πάλι με ένα θέμα (ψιλο)επίκαιρο. Μπορώ βέβαια να το παίξω υπεράνω και να δηλώσω ότι τα θέματά μου είναι διαχρονικά – όπως και είναι άλλωστε!

Το σημερινό θέμα μας είναι οι δύο γοητευτικοί πολιτικοί άνδρες που αναστατώνουν τον μεν παγκόσμιο γυναικείο πληθυσμό ο ένας, τον δε πανελλήνιο ο άλλος: ο Μπάρακ Ομπάμα και ο Αλέξης Τσίπρας. Πολλά λέγονται και ακούγονται για το πρόσωπο τόσο του ενός όσο και του άλλου. Για τον Ομπάμα λέγεται, μεταξύ άλλων, ότι η στρατηγική προώθησής του θυμίζει διαφημιστική εκστρατεία, ότι το marketing πλέον έχει διεισδύσει ως το μεδούλι στην πολιτική, ότι τον προβάλλουν σαν να είναι φωτομοντέλο, ότι η εμφάνιση και η προσωπική γοητεία δεν έχουν καμμία σχέση με την πολιτική ικανότητα και δεν μπορεί να συνιστούν προσόν πολιτικού ανδρός. Κάτι παρόμοια λέγονται και ακούγονται και για τον Τσίπρα, με τη διαφορά ότι εδώ του προσάπτουν συν τοις άλλοις και τα νιάτα του, ως προσόν που αθροίζεται στα άλλα στοιχεία της υποτιθέμενης γοητείας του.

Τι λέτε καλέ παιδιά; Από πότε η ομορφιά και η προσωπική γοητεία δεν συνιστούν προσόν πολιτικού ανδρός; Βεβαίως και συνιστούν!

Πρώτον, ο πολιτικός που μας εκπροσωπεί είναι καθρέφτης μας. Είναι το δημόσιο πρόσωπό μας. Φτιάχνει την εικόνα μας, ανεβάζει το πρεστίζ μας. Φυσικά και θέλουμε να είναι εμφανίσιμος, φυσικά και μας αρέσει να είναι ελκυστικός. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αγνοούμε ή υποτιμούμε τις λοιπές ικανότητές του, ομολογουμένως κατά πολύ σημαντικότερες, όπως η πολιτική βούληση, η ευθυκρισία, η διορατικότητα, η ευελιξία, η αυτοπεποίθηση, η εντιμότητα (αν είναι ποτέ δυνατόν πολιτικός να είναι έντιμος, αλλά λέμε τώρα) και τόσα άλλα. Αν μπορεί να τα έχει όλα αυτά κι από πάνω να είναι και όμορφος, φυσικά και θα τον προτιμήσουμε!

Δεύτερον, ένας άντρας (ή μία γυναίκα) με ελκυστική εμφάνιση, κατά πάσα πιθανότητα θα έχει μια υγιή και δραστήρια σεξουαλική ζωή. Αυτό από μόνο του είναι μεγάλο προσόν. Αν μη τι άλλο, δεν θα έχει απωθημένα, δεν θα έχει κόμπλεξ, δεν θα βγάλει στους δικούς μας ώμους όλη την καταπιεσμένη στέρηση και απόρριψη που έφαγε ως έφηβος, υπέστη καρτερικά ως νέος και κατάπιε στωικά ως ώριμος άντρας. Σκεφτείτε τους μεγάλους πολιτικούς άνδρες (και γυναίκες), σκεφτείτε τους πολιτικούς που μας κυβερνούν τις τελευταίες δεκαετίες. Με τη λαμπρή εξαίρεση του Ανδρέα Παπανδρέου (τον οποίο θεωρώ τυχοδιώκτη και επικίνδυνο, στο θέμα όμως της ερωτικής ζωής τού βγάζω το καπέλο), όλοι τους δίνουν την εντύπωση ότι έχουν μια σεξουαλική ζωή πληκτική, αν όχι θλιβερή ή ανύπαρκτη. Ειλικρινά προτιμώ να βλέπω στο πολιτικό προσκήνιο ανθρώπους όχι αναγκαστικά όμορφους με κριτήρια φωτομοντέλου, αλλά ωστόσο ελκυστικούς και με ερωτικές επιτυχίες, παρά ανθρώπους ανέραστους, στεγνούς και απολιθωμένους.

Δεν βλέπω κανένα λόγο η προσωπική γοητεία και η ερωτική επιτυχία να μην συμβαδίζει με την πολιτική ικανότητα. Ας σκεφτούμε λίγο τον Κέννεντυ (όλοι ξέρουμε ποιον Κέννεντυ εννοώ, ελπίζω), ή το Μεγαλέξαντρο, αν προτιμάτε, επί το εθνικιστικότερον. Όταν κάποιοι λένε ότι ο Ομπάμα είναι ο νέος Κέννεντυ, είμαι σίγουρη ότι στα στοιχεία της ομοιότητας συγκαταλέγουν (συνειδητά ή ασυναίσθητα) και την προσωπική τους γοητεία.

Εν κατακλείδι, εμένα μ’ αρέσει και ο Τσίπρας και ο Ομπάμα, όχι επειδή είναι όμορφοι, αλλά ΚΑΙ επειδή είναι όμορφοι. Αν ήταν δυο όμορφοι ανεγκέφαλοι, δεν θα μου έλεγαν τίποτα. Με το μικρό μυαλό μου όμως βλέπω – ίσαμε εκεί που μπορώ να δω – ότι μοιάζουν να διαθέτουν και άλλα προσόντα, και η ομορφιά, ή καλύτερα η προσωπική γοητεία και η ελκυστικότητα, απλώς προσθέτουν ένα κερασάκι στην τούρτα της συνολικής θετικής εικόνας. Και όλοι εσείς που τους κατηγορείτε, απ’ τη ζήλια σας τα λέτε! ;-)

Ενδιαφέρον σύνδεσμος στο Συνιστολόγιο (για να ακούγονται όλες οι πλευρές).

Τρίτη 18 Μαρτίου 2008

ΑΙΝΙΓΜΑ

Τα φαινόμενα απατούν

Ένας καλός φίλος μου έστειλε πρόσφατα ένα σύνδεσμο όπου αναφέρεται γνωστό αίνιγμα ηθικού μάλλον προβληματισμού:

http://nikosdimou.blogspot.com/2006/05/blog-post_11.html

Ο καλός μου φίλος ισχυρίστηκε ότι το αίνιγμα αυτό ήταν σχεδόν ίδιο με ένα άλλο αίνιγμα που του είχα πει εγώ κάποτε. Εγώ του επεσήμανα ότι το δικό μου ήταν τελείως διαφορετικό – αλλά τολμώ να πω εξίσου ή και περισσότερο ενδιαφέρον. Και για του λόγου το αληθές το παραθέτω εδώ. Αξίζει τον κόπο να το διαβάσετε και να επιχειρήσετε να απαντήσετε – όπως θα διαπιστώσετε στο τέλος, αφού σας δώσω το κλειδί του αινίγματος.

Η Μαρία και ο Γιάννης μένουν κοντά στην όχθη ενός ποταμού. Για να διασχίσει κανείς στον ποταμό υπάρχουν δύο τρόποι: μια βάρκα που την έχει ο περαματάρης και χρεώνει ένα νόμισμα για να σε περάσει απέναντι, και η γέφυρα, όπου όμως κάθε βράδυ πηγαίνει ένας τρελός, και πετάει στο νερό όποιον επιχειρήσει να διασχίσει.

Κάθε απόγευμα στις 6 ο Γιάννης πηγαίνει στην ταβέρνα, στην άλλη όχθη του ποταμού, όπου και μένει μέχρι τις 12, ενώ η Μαρία μένει μόνη στο σπίτι. Ο Γιάννης της έχει απαγορεύσει να βγαίνει μόνη της από το σπίτι. Ένα απόγευμα όμως η Μαρία νιώθει μεγάλη μοναξιά και αποφασίζει να επισκεφτεί το Βασίλη, που μένει στην άλλη όχθη του ποταμού. Διασχίζει τον ποταμό από τη γέφυρα και πηγαίνει στο σπίτι του Βασίλη. Ξεχνιούνται με την καλή παρέα και η ώρα περνά. Όταν η Μαρία σκέφτεται ότι πρέπει να επιστρέψει επιτέλους στο σπίτι της, έχει κιόλας νυχτώσει. Ξέρει ότι η γέφυρα είναι επικίνδυνη τη νύχτα. Πηγαίνουν στη βάρκα, αλλά η Μαρία δεν έχει καθόλου χρήματα πάνω της, και ο περαματάρης αρνείται να την περάσει απέναντι χωρίς χρήματα. Ο Βασίλης της λέει ότι δυστυχώς δεν μπορεί να τη βοηθήσει. Η Μαρία θέλει οπωσδήποτε να βρίσκεται σπίτι πριν επιστρέψει ο Γιάννης για να μην θυμώσει. Αποφασίζει λοιπόν να περάσει από τη γέφυρα. Δυστυχώς όμως εκεί καραδοκεί ο τρελός, που παρά τις φωνές και τα παρακάλια της, την πετάει στο νερό. Η Μαρία δεν ξέρει κολύμπι, τα νερά είναι ορμητικά και πνίγεται.

Ποιος ευθύνεται για το θάνατο της Μαρίας;

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2008

ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΣΩΒΡΑΚΟ

Ημέρα της γυναίκας

Αντιγράφω από το κεντρικό δισέλιδο της εφημερίδας LIFO:



Με μια κίνηση υψηλής αυτοθυσίας και για να γιορτάσει τη μέρα της γυναίκας, η συντάκτρια της LifO Ειρήνη Χειρδάρη προσφέρει τον άντρα της Rodrigo Cruz Santos γυμνό στις αναγνώστριές μας. Τον είχαμε ζητήσει ολόγυμνο, αλλά έθεσε βέτο: «Θα φοράει ένα χρυσό μαγιό».



Πάλι καλά που έθεσε βέτο το παλικάρι, ν’ αγιάσει η ψυχούλα του – δεν νομίζω να το άντεχα το υπερθέαμα χωρίς το βέτο. Αν κι εδώ που τα λέμε ίσως να ήταν καλύτερα – ένα απλό τσουτσούνι στο φυσικό του χρώμα ίσως να με είχε σοκάρει λιγότερο από αυτό το απαστράπτον περιτύλιγμα.

Από όλες τις «παγκόσμιες ημέρες» από τις οποίες έχει κατακλυσθεί η ήδη πλήρης εορτών και πανηγύρεων ζωή μας, η Ημέρα της Γυναίκας είναι ίσως η πιο αμφιλεγόμενη. Επικρατεί άγνοια και ασάφεια ως προς το τι ακριβώς γιορτάζουμε, πώς ξεκίνησε, τι συμβολίζει. Όσοι πραγματικά νοιάζονται, μπορούν να πληροφορηθούν επ’ αυτών και άλλων θεμάτων στο διαδίκτυο.

Πέρα όμως από την ιστορική διάσταση του πράγματος, άσχετα με το πώς ξεκίνησε, πώς καθιερώθηκε και τι σκοπό έχει, εγώ αναρωτιέμαι: τι σημαίνει αυτή η γιορτή για εμάς, τους σύγχρονους ανθρώπους και δη τις σύγχρονες γυναίκες;

Κάθε χρόνο βλέπω τις ομόφυλές μου να ξεχύνονται στους δρόμους ενθουσιώδεις, έχοντας αφήσει τον συμβίο τους στο σπίτι μετά των τέκνων, με την πρόθεση να γλεντήσουν, να ξεσαλώσουν, να οργιάσουν, και μάλιστα με μια ολοένα αυξανόμενη τάση να επιδείξουν παντοιοτρόπως ότι μπορούν κι εκείνες να μεταχειριστούν τα αρσενικά ως σεξουαλικά αντικείμενα, παίρνοντας έτσι εκδίκηση για τις γενιές και γενιές καταπιεσμένων γυναικών που τις μεταχειρίστηκαν έτσι.

Κατ’ εμέ, αυτό που καταδεικνύουν με αυτόν τον τρόπο, είναι ότι όλο το χρόνο δεν ξεμυτίζουν από το σπίτι τους, και περιμένουν αυτή την άγια μέρα για να ξεμυτίσουν από τα σκατά, να πάρουν βαθιά ανάσα και να ξαναβάλουν τα κεφάλια μέσα. Και αυτό που πετυχαίνουν αντιστρέφοντας τους ρόλους του σεξουαλικού εκμεταλλευτή, αντί να διασώζουν τη γυναικεία αξιοπρέπεια, είναι να εξευτελίζουν ΚΑΙ τους άντρες, ακυρώνοντας έτσι και το τελευταίο ίχνος σεβασμού στις διμερείς σεξουαλικές σχέσεις.

Κορίτσια, αυτό δεν είναι ισότητα, αυτό είναι ισοπέδωση. Έχουμε πράγματι ανάγκη να βάλουμε ένα αγοράκι να μας κάνει στριπτήζ για να νιώσουμε περισσότερο γυναίκες; Έχουμε πράγματι ανάγκη να δούμε ένα λόχο φουσκωτών να μας τα κουνά και να ουρλιάζουμε υστερικά για να νιώσουμε απελευθερωμένες; Αυτό το νόημα έχει η ημέρα της γυναίκας; Αντί να κοιτάξουμε να απαλλάξουμε τις εκδιδόμενες κοπέλες από το εξευτελιστικό επάγγελμά τους, ζητάμε και εκδιδόμενα αγοράκια για να ισορροπήσει η ζυγαριά; Ω ναι, οι στρίπερ δεν είναι ακριβώς ζιγκολό (αν και υποθέτω ότι κάποιοι από αυτούς ίσως ασκούν και τα δυο επαγγέλματα). Και συνήθως δεν είναι θύματα σωματεμπορίου όπως οι τρομοκρατημένες αλλοδαπές κοπελίτσες της νυχτερινής οδού Σοφοκλέους. Δεν είναι και τόσο τραγικά τα πράματα, το ξέρω. Απλώς μου φαίνεται θλιβερό όλο αυτό το κλίμα, μου φαίνεται θλιβερό να εστιάζεται εκεί το νόημα της γυναικείας απελευθέρωσης, μου φαίνεται θλιβερό να μιλάμε καν για ημέρα της γυναίκας, όπως και να μιλάμε για ημέρα της μητέρας, ημέρα του πατέρα, ημέρα του περιβάλλοντος, για μία και μοναδική μέρα το χρόνο που θυμόμαστε και τιμάμε ένα πρόσωπο, ένα ρόλο, μιαν αξία, ξεχνώντας επιμελώς να την τιμήσουμε τις υπόλοιπες 364 (ή 365 αν είναι δίσεχτος).

Ειρήνη σε ευχαριστώ, δεν θα πάρω. Να το χαίρεσαι το Ροδρίγο σου και να σε χαίρεται κι εκείνος. Έχουμε κάθε λόγο να υποθέσουμε άλλωστε ότι ένα μυθικής αξίας σώβρακο δεν μπορεί παρά να κρύβει αμύθητης αξίας περιεχόμενο.

Να διευκρινίσω ότι δεν είμαι διόλου αυτό που λέμε συντηρητική ούτε σεμνότυφη. Κάθε άλλο. Πέρυσι μάλιστα την ημέρα της γυναίκας πήγα σε μαγαζί όπου είχε αντρικό στριπτήζ, και μάλιστα ήμουν από τις ελάχιστες που όταν τις πλησίασε το παλικάρι δεν απέστρεψαν το πρόσωπο ερυθριάζοντας και χαχανίζοντας με επιδεικτική συστολή, αντιθέτως σηκώθηκα και κουνήθηκα και συμμετείχα στο δρώμενο διασκεδάζοντας – άλλωστε κι εκείνος έμοιαζε να το διασκεδάζει. Δεν έχω τίποτα με το στριπτήζ, μου αρέσει και πολύ μάλιστα, όταν γίνεται από αυτό που θεωρώ εγώ κατάλληλα άτομα σε κατάλληλο πλαίσιο – μεταξύ εραστών σε μια προσωπική στιγμή, λόγου χάρη, ή σε μια παρέα φίλων που εκτός από τριανταμία της αρέσει να παίζει και πιο ενήλικα παιχνίδια. Πάντα με την συγκατάθεση και προς τέρψη όλων των παρευρισκόμενων, θεατών και θεαθέντων, πάντα αυθόρμητα και ελεύθερα, και όχι επί χρήμασι. Το στριπτήζ είναι μέρος του ερωτικού παιχνιδιού και δεν μου αρέσει να βλέπω το ερωτικό παιχνίδι να ανάγεται σε κοινωνικό συμβολισμό ή να γίνεται αντικείμενο οικονομικής συναλλαγής.

Δεν είναι τόσο για τους άντρες που με ενοχλεί το αντρικό στριπτήζ. Ορισμένοι μπορεί να το κάνουν και για το κέφι τους, μπορεί και να τη βρίσκουν, μπορεί να το βλέπουν απλώς σαν ένα ακόμη επάγγελμα και να μην τους ενοχλεί – δεν ξέρω, δεν απαντώ.* Με ενοχλεί για τις γυναίκες που κάθονται και το βλέπουνε, χωρίς να ξέρουνε καλά-καλά γιατί το βλέπουνε. Και με ενοχλεί κυρίως για το μάρκετινγκ της υπόθεσης, για το τεχνητό κλίμα που δημιουργείται γύρω από όλο αυτό, για την παραπλανητικά γλεντζέδικη ατμόσφαιρα που μας εμποδίζει να εστιάσουμε στην ουσία και να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία που μας δίνει αυτή η ρημάδα η Ημέρα - την ευκαιρία να αναβαθμίσουμε πραγματικά τη θέση της γυναίκας στο σύγχρονο κόσμο. Για να μην υπάρχουν γυναίκες θύματα ρατσισμού, θύματα εκμετάλλευσης, θύματα σεξουαλικής ή άλλης κακοποίησης, θύματα κοινωνικών διακρίσεων, θύματα προλήψεων και προκαταλήψεων. Ούτε και άντρες άλλωστε.

Μήπως θα ήταν καλύτερα να καταργήσουμε όλες τις Ημέρες και να καθιερώσουμε μία και μοναδική Ημέρα του Ανθρώπου;

* Να σημειώσω επίσης ότι γνωρίζω, όπως κάθε σύγχρονη γυναίκα που σέβεται τον εαυτό της, ότι οι περισσότεροι στρίπερ (αν όχι όλοι) είναι gay. Οπότε ας τους καταργήσουμε βρε κορίτσια, τι είχαμε τι χάσαμε!

Σύνδεσμοι:

http://www.un.org/ecosocdev/geninfo/women/womday97.htm

http://www.internationalwomensday.com/about.asp



* και το βιντεάκι που μου χάρισε ο Δρακατώρ (άσχετο με το θέμα, αλλά έχει πλάκα):

http://marriageresourcecenter.org/videogallery/4/med/VideoWidget8.htm


Κυριακή 9 Μαρτίου 2008

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΡΟΛΩΝ

Χοροί και πανηγύρια

Κατ’ αρχήν να ζητήσω συγγνώμη από τυχόν παραπλανημένους λάτρεις των RPG που ξεκίνησαν να διαβάζουν αυτό το post. Καμμία σχέση, παιδιά – ή μήπως μιλάμε για το μεγαλύτερο RPG που έγινε ποτέ;

Μιλάμε για ρόλους – για τους ρόλους που παίζουμε καθημερινά όλοι μας με αξεπέραστη μαεστρία: μπαμπάς, μαμά, παιδί, υπάλληλος, αφεντικό, σύζυγος, άντρας, γυναίκα. Αλλά για να μη σας το παραβαρύνω, θα μιλήσω με μία επίκαιρη παραβολή.

Καρναβάλι διανύουμε, είπα λοιπόν κι εγώ να καρναβαλιστώ. Προχτές πήγα σε επώνυμη αίθουσα χορού όπου συχνάζει η χορομανής αδελφή μου και ενίοτε πηγαίνω κι εγώ να ρίξω τις φούρλες μου. Είχα μασκαρευτεί κάτι ακαθόριστο, με παρδαλό φουστάνι με βολάν, ένα καλσόν με κότες και κοτόπουλα, ένα κόκκινο καπέλο ελικοδρόμιο και μια μπούρκα με φλουριά (για όσους δεν γνωρίζουν, η μπούρκα είναι σαν αδιαφανής φερετζές που καλύπτει όλο το πρόσωπο αφήνοντας μόνο τα μάτια έξω). Στην παρέα ήταν και ο μεγάλος γιος της αδελφής μου. Είχε φορέσει ένα αμάνικο λευκό μίνι φόρεμα με πολύχρωμες καρδούλες, ένα ροζ μποά με φτερά και ένα χνουδωτό κίτρινο και ροζ (όχι πράσινο) μπερέ. Για να αποκτήσει βάθος και νόημα όλο αυτό, πρέπει να γνωρίζετε ότι το ανιψούδι μου είναι δυο μέτρα μπόι (κυριολεκτικά), τρίγωνος επάνω, τετράγωνος κάτω και φουσκωτός εκεί που πρέπει. Έχει διακοσμήσει μεγάλο τμήμα των μπράτσων και της πλάτης με στιγματισμένους δράκους και συναφή μυθολογικά τέρατα. Επειδή μια εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις, σας τον έβαλα και σε φωτό για του λόγου το αληθές. Το κερασάκι είναι ότι πέρυσι υπηρέτησε στους λοκατζήδες όπου και διέπρεψε, πήρε και γαλόνια ή σαρδέλες ή τέλος πάντων αυτά τα αστραφτερά διακοσμητικά που παίρνουν όσοι λένε καλά το μάθημα, κάτι σαν τις χαλκομανίες που μας κολλούσε η δασκάλα στο τετράδιο της πρώτης δημοτικού.

Το θέαμα άγγιξε κάποια χορδή μέσα μου, θα σας γελάσω ποια ακριβώς, πάντως πολύ μπάσα θα πρέπει να ήταν, γιατί μου ήρθε όρεξη να τον χορέψω. Εγώ καβαλιέρος, εκείνος ντάμα. Το παλικάρι έκανε φιλότιμες προσπάθειες όπως κι εγώ άλλωστε. Χορέψαμε δύο χορούς κουτσά στραβά. Έχω να πω ότι πιο άθλια ντάμα δεν έχω χορέψει στη ζωή μου. Όχι, δεν έφταιγε το μπόι του, ούτε το παράστημά του, ούτε καν το γεγονός ότι δεν είχε μάθει ποτέ του τα βήματα της ντάμας. Έφταιγε που δεν με άφηνε να τον κουμαντάρω. Προσπαθούσε να με ακολουθήσει, αλλά το έβλεπες ότι είχε άγχος, ότι δεν μπορούσε να αφήσει τον έλεγχο σε μένα.* Εννοείται ότι χόρεψε και είπε κι ένα τραγούδι - εδώ εγώ τον μεγάλωσα, μόνο που δεν τον εβύζαξα, και θα μου κάνει τώρα εμένα αυτός κουμάντο επειδή έκανε τον κομάντο; Τι πρασινοσκούφηδες και πράσινα άλογα!

Ξέρω να χορεύω τόσο ως ντάμα όσο και ως καβαλιέρος κι έχω πιάσει στα χέρια μου τα πάντα: από τους καλύτερους μέχρι τους χειρότερους. Το βασικό προσόν μιας καλής ντάμας είναι ένα και μοναδικό: να ξέρει να ακολουθεί. Και φυσικά το βασικό προσόν ενός καλού καβαλιέρου είναι ένα και μοναδικό: να ξέρει να οδηγεί.

Από γεννησιμιού τους ή και πρωτύτερα ακόμη, όλες οι γυναίκες μαθαίνουν να ακολουθούν, και όλοι οι άντρες να οδηγούν – με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία. Όπως μαθαίνουν και μία σειρά από άλλα πράγματα που αθροιζόμενα δομούν αυτό που τελικά ονομάζουμε «ταυτότητα» ή «προσωπικότητα». Γιατί ένας άντρας με λευκό μίνι φόρεμα είναι πιο αστείος από μια γυναίκα με λευκό μίνι φόρεμα; Αντικειμενικά, δεν είναι καθόλου αστείος. Είναι το ξάφνιασμα, η παράβαση του κανόνα, το σπάσιμο των καλουπιών του ρόλου που μας αιφνιδιάζει και μας κάνει να γελάμε για να εκτονώσουμε το ταμπού. Γιατί αν δεν γελάσουμε, θα πρέπει είτε να τον απορρίψουμε (δεν είναι άντρας, δεν συμμορφώνεται με τα κοινωνικά επιβεβλημένα πρότυπα) είτε να ανοίξουμε το μυαλό μας και να τον δεχτούμε (να καταλάβουμε ότι μπορεί κανείς να είναι άντρας ακόμη και φορώντας ένα λευκό μίνι). Όλοι κάνουμε το πρώτο, αρκετοί κάνουμε το δεύτερο, και ελάχιστοι κάνουμε το τρίτο.

Ακόμη και άντρες που αντιλαμβάνονται το καλούπωμα που έχουν υποστεί, πολύ δύσκολα θα έσπαζαν ένα τέτοιο ταμπού χωρίς σοβαρό λόγο – είναι εύλογο, θα είχαν να αντιμετωπίσουν έντονη κοινωνική κατακραυγή. Αλλά το κυριότερο είναι ότι θα ένιωθαν άβολα και αμήχανα οι ίδιοι. Ακόμη και με τα μακριά μαλλιά οι περισσότεροι νιώθουν άβολα – για να μην φτάσουμε στα άκρα. Και φυσικά το ίδιο ισχύει για τις γυναίκες.

Όποτε χορεύω καβαλιέρος, αντιμετωπίζω περίπου τριπλάσια δυσκολία από εκείνη που αντιμετωπίζω ως ντάμα. Μέρος της δυσκολίας αυτής είναι αντικειμενική – όταν οδηγείς εσύ έχεις μεγαλύτερη ευθύνη και πρέπει συνέχεια να είσαι σε υπερένταση για να σχεδιάσεις τις κινήσεις σου και να τις εκτελέσεις σωστά. Μέρος της προέρχεται από τους άλλους – πολλές κοπέλες ξαφνιάζονται ή ενοχλούνται όταν βλέπουν γυναίκα καβαλιέρο και χρειάζεται να καταβάλλω μεγάλη προσπάθεια για να τις κερδίσω, να τις πείσω για την ικανότητά μου, πολύ μεγαλύτερη παρά αν ήμουν άντρας (αφήνω κατά μέρος το γεγονός ότι υπάρχουν και άντρες που ενοχλούνται και αναγκάζομαι να τους ανταγωνιστώ). Μέρος της όμως προέρχεται από εμένα την ίδια – από την ανασφάλειά μου, από την αμφιβολία μου, από το φόβο που αισθάνομαι κάθε φορά που κάνω έστω κι ένα μικρό βήμα έξω από το ρόλο μου σαν «γυναίκα», κάθε φορά που σπάω κάποιο καλούπι. Επιστρατεύω όλο μου το πείσμα, όλη μου την αυτοπεποίθηση, όλη μου τη λαχτάρα για ελευθερία, ώστε να καταφέρω να πείσω τον εαυτό μου και τους άλλους ότι είμαι ικανή να φέρω σε πέρας τον «άλλο ρόλο» και ταυτόχρονα να παραμείνω αυτό που ούτως ή άλλως είμαι: γυναίκα.

Φαντάσου να ήθελα να γίνω και υπουργός των εξωτερικών! Έρημη Κοντολίζα τι τραβάς!

Πού θέλω να καταλήξω; Είναι απλό.

Λέω στην τετράχρονη κόρη μου όσο συχνότερα μπορώ:

- Τι διαφορά έχουν τα αγόρια από τα κορίτσια;

- Τα αγόρια έχουν πουλάκι ενώ τα κορίτσια έχουν πιπί.

Αυτό και τίποτε άλλο.

Όλα τα άλλα είναι κοινωνικά εφευρήματα, επινοημένα κατασκευάσματα, επιβεβλημένοι ρόλοι, περιοριστικές πεποιθήσεις. Κορσέδες που μας εμποδίζουν να ξεδιπλώσουμε όλο το δυναμικό μας και να λειτουργήσουμε ελεύθερα. Ας βγάλουμε τους κορσέδες.

Ζήτω ο γυμνισμός!



* Για να είμαστε δίκαιοι, οφείλω να πω ότι η χορευτική μας δυστοκία οφειλόταν όχι μόνο στη δική του απειρία στο ακολουθείν, αλλά και στη δική μου απειρία στο οδηγείν. Μαθαίνω χορό εδώ και πολλά χρόνια, αλλά μόλις φέτος ξεκίνησα να μαθαίνω και τα βήματα του καβαλιέρου. Έχω κάνει αλματώδεις προόδους, ομολογώ όμως ότι έχω ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μου - ειδικά όταν η ντάμα μου είναι δίμετρη και αρσενική.

Κυριακή 2 Μαρτίου 2008

ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΦΙΛΟΖΩΟΥΣ


Λευτεριά στα ζώα

Σας προειδοποιώ: το κείμενο αυτό δεν είναι ανώδυνο. Αφορά όλους εμάς (ναι, βάζω και τον εαυτό μου μέσα) που θεωρούμε εαυτούς φιλόζωους κι έχουμε ή είχαμε κατά καιρούς κατοικίδια τα οποία φροντίζουμε με στοργή, συχνά και με αυταπάρνηση. Αφορά ακόμη όλους εκείνους που επισκέπτονται περιποιημένους ζωολογικούς κήπους, ενυδρεία και λοιπά, ενθουσιασμένοι στην προοπτική της επαφής με τα ζώα.

Κι ερωτώ: τι σημαίνει «φιλόζωος»;




Και απαντώ: αυτός που αγαπά τα ζώα.




Κι ερωτώ: τι σημαίνει «αγαπώ»;




Εδώ το πράγμα δυσκολεύει.




Ακόμη και οι μεγάλοι φιλόσοφοι δυσκολεύονται στον ορισμό της αγάπης. Κι όμως όλοι μας, με κάποιον τρόπο, συνεκδοχικά, διαισθητικά, εμπειρικά, έχουμε κάποια ιδέα μέσα στο κεφάλι μας. Εγώ έχω δώσει κάποιους ορισμούς που ανταποκρίνονται στη δική μου αντίληψη της λέξης.




Σ’ αγαπώ σημαίνει χαίρομαι που υπάρχεις και ομορφαίνεις με την παρουσία σου τον κόσμο. Σ’ αγαπώ σημαίνει σε σέβομαι και σε δέχομαι όπως ακριβώς είσαι. Σ’ αγαπώ σημαίνει σε αναγνωρίζω σαν πλάσμα ισότιμο με εμένα, με δικαίωμα στη ζωή και την αυτοδιάθεση.




Πώς λοιπόν εκδηλώνουμε την αγάπη μας αυτή στα αντικείμενά της, τα ζώα;




Πρώτον και καλύτερον, τους στερούμε την ελευθερία τους.




Όσο καλό αφεντικό κι αν είναι κανείς, δεν παύει να είναι αφεντικό, κάποιος δηλαδή που αποφασίζει για λογαριασμό του ζώου τον τρόπο ζωής του. Αναρωτιέμαι αν όλοι εμείς οι φιλόζωοι, που θεωρούμε ότι παρέχουμε άριστες συνθήκες διαβίωσης στους προστατευόμενούς μας, θα δεχόμασταν ως ικανοποιητικό έναν τέτοιο τρόπο ζωής για εμάς τους ίδιους. Τα πάντα ελέγχονται: Πού θα ζήσει, πού θα κοιμάται, πού και πότε θα ουρεί και θα αφοδεύει, με τι τρόπο θα διασκεδάζει, αν, πώς και πότε θα συναναστρέφεται ομοίους του. Και αυτό μας φέρνει στο επόμενο θέμα:




Δεύτερον και τσουχτερόν, τους ακρωτηριάζουμε το σώμα.




Ξεκινώντας από τα σχετικά «ανώδυνα» αυτιά, ουρές και τα τοιαύτα, και φτάνοντας μέχρι το άκρον άωτον της αγάπης, την αφαίρεση των γεννητικών οργάνων. Ξέρω τα επιχειρήματα: γατιά χαλκομανίες στην άσφαλτο, άρρωστα και πεινασμένα αδέσποτα, κουτάβια στα αζήτητα, ψευδοκυήσεις, πυομήτρα, συμμορίες εξαγριωμένων αρσενικών… Εγώ η ίδια έχω πάει ένα σωρό ζώα στον κτηνίατρο για στείρωση. Η σκύλα μου είναι στειρωμένη. Ωστόσο, φίλτατε αναγνώστη, φαντάσου για μια στιγμή τον εαυτό σου – ή ακόμη καλύτερα, τα παιδιά σου – στη θέση των ευνουχισμένων, ακρωτηριασμένων ζώων. Για το καλό τους φυσικά.




Ανατρίχιασες;




Η σεξουαλικότητα είναι δύναμη. Κάθε μορφή δύναμης στον κόσμο μας, ακόμη και το χρήμα ή η πολιτική εξουσία, δεν είναι παρά προεκτάσεις της σεξουαλικότητας. Ελέγχοντας απόλυτα τη σεξουαλικότητα των ζώων, ασκούμε πάνω τους απόλυτη εξουσία και τους αφαιρούμε κάθε ισχύ.




Τρίτον και υπουλότερον, τα εξευτελίζουμε, συχνά χωρίς να το συνειδητοποιούμε.




Τα κουρεύουμε (για τη ζέστη), τους φοράμε παλτά (για το κρύο), τα βάζουμε να κυνηγάνε μπάλες (για να γυμναστούν)… Γελάμε μαζί τους, συχνά καλοπροαίρετα, πάντα όμως με ανωτερότητα. Τα κατοικίδιά μας έχουν ακριβώς τόση αξιοπρέπεια όση τους επιτρέπουμε εμείς να έχουν.




Τους στερούμε τη δυνατότητα να ικανοποιήσουν μόνα της ανάγκες τους κατά τη δική τους κρίση και με το δικό τους τρόπο, και τους παρέχουμε γελοία υποκατάστατα. Και φυσικά για τη σεξουαλικότητα δεν μπορεί να υπάρξει κανένα υποκατάστατο – απλώς την ακυρώνουμε.




Αν συλλογιστεί κανείς πόση φασαρία γίνεται για την ανθρώπινη σεξουαλικότητα και τη σημασία της για τη σωματική και ψυχική υγεία, είναι ν’ απορείς πώς μπορούμε να μιλάμε για αγάπη προς τα ζώα ενώ ταυτόχρονα τα ευνουχίζουμε ή τα καταδικάζουμε σε μόνιμη σεξουαλική αποχή.




Είμαστε τύραννοι, είτε μας αρέσει είτε όχι, είτε το παραδεχόμαστε είτε όχι. Φωτισμένοι ίσως, με καλές προθέσεις, αλλά ωστόσο τύραννοι, με απόλυτη εξουσία την οποία ασκούμε στα κατοικίδιά μας ανενδοίαστα. Ακόμη κι αν ότι κάνουμε είναι πραγματικά προς όφελός τους (με ποια κριτήρια ωστόσο; δικά τους ή δικά μας;) είμαστε εμείς που τους το επιβάλλουμε. Θα μπορούσαμε να κάνουμε και το αντίθετο – και πράγματι αρκετοί το κάνουν. Επιβάλλουμε στα ζώα έναν τρόπο ζωής που ενδεχομένως να τους προσφέρει υγεία και μακροημέρευση, αλλά που δεν τους παρέχει τη δυνατότητα της αυτοδιάθεσης και που έχει ελάχιστη σχέση με τις δικές τους αξίες και ανάγκες.




Η σκύλα μου είναι τώρα 7 χρονών, στειρωμένη. Της αρέσει να τρέχει ελεύθερη, να κυλιέται σε ψοφίμια, να τρώει ανθρώπινα ούρα και κόπρανα και γενικώς να τρώει ό,τι βρει μπροστά της και είναι αμυδρά φαγώσιμο. Εννοείται ότι αυτή της η ανάγκη δεν έχει να κάνει με πείνα. Θέλοντας κάποτε να διαπιστώσω τα όριά της στο θέμα του φαγητού την άφησα να φάει όσες κροκέτες άντεχε. Αφού έφαγε ποσότητα περίπου τριπλάσια από τη συνηθισμένη μερίδα της, έκανε εμετό και μετά άρχισε να ξανατρώει. Της αρέσει να τινάζεται όταν είναι βρεγμένη, να τρέχει σαν παλαβή γύρω-γύρω στο σαλόνι, να μασουλάει κάθε λογής αντικείμενα και φυσικά να ανεβαίνει σε καναπέδες και κρεβάτια, γεμίζοντάς τα τρίχες και λάσπες. Όλα αυτά μπορεί να ακούγονται μέχρι και χαριτωμένα. Κάποιος μπορεί να πει «κάνει σαν μικρό παιδί».




Ναι. Η διαφορά όμως είναι ότι ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ μικρό παιδί. Δεν είναι καν μικρό σκυλί.




Είναι ένα ενήλικο ζώο το οποίο φυσιολογικά θα φρόντιζε μόνο του τον εαυτό του. Έτσι όπως έχουν τα πράγματα, θα τη φροντίζω εγώ, από την κούνια μέχρι τον τάφο. Μπορεί να της αρέσει αυτό, μπορεί και όχι. Το θέμα είναι ότι δεν έχει άλλη επιλογή. Ούτε κι εγώ άλλωστε από ένα σημείο και μετά. Γιατί όλες οι άλλες επιλογές πλέον θα μας φέρουν πολύ πόνο και δεν το θέλουμε.




Όλοι μας επικροτούμε το γονιό που αφήνει το ενήλικο παιδί του να φύγει από το σπίτι και το ενθαρρύνει μάλιστα. Γιατί κατηγορούμε τον «ιδιοκτήτη» ή «αφεντικό» (λέξεις καθοριστικές) που αφήνει ελεύθερο το ενήλικο πια κατοικίδιό του; Επειδή δεν του δίδαξε εγκαίρως να είναι ελεύθερο. Αν είχε ζήσει ελεύθερο από την αρχή, θα ήταν ένα πλάσμα άγριο, ελεύθερο, θα όριζε μόνο του τη ζωή του. Και ναι, πιθανότατα θα πέθαινε σύντομα και σκληρά – σαν όλα τα άγρια, ελεύθερα ζώα.




Σχετικά με το περίφημο επιχείρημα, που αφορά συνήθως ωδικά πτηνά αλλά και πολλές ράτσες σκύλων και διάφορα άλλα ζώα, ότι «αυτά έτσι κι αλλιώς δεν μπορούν να ζήσουν στη φύση, αν τα αμολήσεις θα πεθάνουν, είναι φτιαγμένα για να ζουν κοντά στον άνθρωπο», ερωτώ: Γιατί πρέπει να υπάρχουν φυλές ή είδη ζώων «φτιαγμένα» για να ζουν μόνο κοντά στον άνθρωπο; Γιατί να δημιουργούμε πλάσματα εξαρτημένα και ανελεύθερα, πλάσματα με στρεβλωμένη φύση, τερατουργήματα για τη δική μας διασκέδαση; Και μια που «ήδη υπάρχουν» γιατί τα δημιούργησαν οι σοφοί και φιλεύσπλαχνοι πρόγονοί μας, γιατί πρέπει να διαιωνίζουμε την ύπαρξή τους;




Με κίνδυνο να χαρακτηριστώ ανεύθυνη, άσπλαχνη κι επιπόλαιη, δηλώνω τα εξής:




Δεν έχουμε δικαίωμα να κάνουμε κανένα ζώο κατοικίδιο.




Δεν έχουμε δικαίωμα να αποφασίζουμε για τον τρόπο ζωής των άλλων ζώων.




Κάθε ζωντανό ενήλικο πλάσμα έχει δικαίωμα στην αυτοδιάθεση.




Κάθε ζωντανό πλάσμα έχει δικαίωμα στην ευκαιρία να ζήσει και να αναπαραχθεί με τον τρόπο του.




Μίλησα κυρίως για τα σκυλιά, επειδή είναι από τα πιο διαδεδομένα κατοικίδια, κι επειδή εγώ προσωπικά αυτή τη στιγμή έχω σκυλί. Εννοείται όμως ότι τα ίδια, με ελαφρές παραλλαγές, ισχύουν και για τις γάτες, τα άλογα, τα ινδικά χοιρίδια, τις χελώνες, τις ιγουάνες και ό,τι άλλο θέλετε. Δεν συζητάμε καν για τα πουλιά, πλάσματα που μπορούν να πετάξουν στους ουρανούς και που καθηλώνονται σε μικροσκοπικά κλουβιά. Ούτε για τα ψάρια, με τα οποία δεν μπορούμε να έχουμε καν μια στοιχειώδη συναισθηματική επαφή, όπως με τα θηλαστικά ή τα πουλιά, και μόνο σκοπό ύπαρξης έχουν να μας τέρπουν με τα χρώματά τους.




Πολλά λέγονται για το γεγονός ότι ο σκύλος «διάλεξε» να είναι με τον άνθρωπο. Προφανώς αυτό δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, μπορούμε να το υποθέσουμε και να αναζητήσουμε κάποιες ενδείξεις.




Εγώ όμως λέω ότι: ο σκύλος δεν είναι διόλου πιθανό να «διάλεξε» να είναι με τον άνθρωπο. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι κάποια ζώα σπρωγμένα από την πείνα πλησίασαν τον άνθρωπο για να βρουν αποφάγια. Δεν έχουμε όμως λόγο να υποθέσουμε ότι θέλησαν να τον υπηρετήσουν από ευγνωμοσύνη. Αντίθετα έχουμε κάθε λόγο να υποθέσουμε ότι ο άνθρωπος, αφού τα προσέλκυσε με τα αποφάγια, τα αιχμαλώτισε και τα εξανάγκασε να φερθούν όπως τον εξυπηρετούσε. Είτε εξαντλώντας τα με στέρηση τροφής, περιορισμό και ξύλο (μέθοδοι διαδεδομένοι ακόμη και στους σημερινούς πολιτισμένους, πολλώ δε μάλλον στους απολίτιστους πρωτόγονους) είτε απομακρύνοντας τα μικρά από τη μητέρα τους και εκπαιδεύοντάς τα να τον υπακούουν (με τις ίδιες μεθόδους, απλά στα μικρά κουτάβια δεν χρειάζεται τόσο πολλή βία, υποκύπτουν πιο εύκολα). Τα ζώα που δεν υπάκουσαν και δεν προσαρμόστηκαν στις ανάγκες του αφέντη, απλώς εγκαταλείφθηκαν ή σκοτώθηκαν για να μην ενοχλούν. Αυτά που έμειναν κοντά στον άνθρωπο και αναπαράχθηκαν ήταν όσα έσκυψαν το κεφάλι και του έγλειψαν τα χέρια. Και αυτά τα χαρακτηριστικά κληρονόμησαν και στους απογόνους τους.




Αν πιάσουμε τα άλογα, είναι προφανές ότι δεν έχουν καμμία διάθεση να πλησιάσουν τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος τα καταδιώκει, τα αιχμαλωτίζει, και τα ταλαιπωρεί συστηματικά μέχρι να τα «εξημερώσει», μέχρι δηλαδή να τα εξαντλήσει δεόντως και να τους σπάσει τον τσαμπουκά.




Στην περίπτωση των αγελαίων ζώων όπως οι σκύλοι ή τα άλογα, ο άνθρωπος εκμεταλλεύεται τη φυσική τους τάση να υπακούουν στον αρχηγό της αγέλης, και παίρνει τη θέση του, επιβάλλοντας την κυριαρχία του. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι καλό και φυσικό να υπακούουν τον άνθρωπο. Είναι μια παραμορφωμένη εκδήλωση του φυσικού ενστίκτου σεβασμού της ιεραρχίας, το οποίο έχει νόημα στη φύση για την επιβίωση της αγέλης, αλλά στη σχέση σκύλου-ανθρώπου το μόνο νόημα που έχει είναι η εξυπηρέτηση του ανθρώπου και κατά καμμία έννοια του σκύλου.




Μονάχα για τις γάτες μπορεί ίσως να πει κανείς ότι απολαμβάνουν κάποιο βαθμό ελευθερίας και παρ’ όλ’ αυτά συνεχίζουν να μένουν κοντά στον άνθρωπο. Ωστόσο όταν έχουν πλήρη ελευθερία κινήσεων, οι γάτες μπορεί να επιζητούν τη ζέστη και την άνεση του σπιτιού, επιζητούν όμως και να περιφέρονται στους δρόμους, να εξερευνούν, να συναναστρέφονται με άλλες γάτες, και φυσικά να ζευγαρώνουν. Δυνατότητες που είναι απαγορευμένες στις στειρωμένες γάτες των διαμερισμάτων.




Τα ζώα δεν «επέλεξαν» να ζουν με τον άνθρωπο, για τον πολύ απλό λόγο ότι δεν μπορούν να ξέρουν πραγματικά τις συνέπειες μιας τέτοιας «επιλογής». Η αποδοχή τροφής και θαλπωρής δεν είναι «επιλογή ζωής», είναι μια ενστικτώδης κίνηση. Η περιορισμένη εμπειρία και γνώση του ζώου δεν του επιτρέπει να εξετάσει όλες τις παραμέτρους του ζητήματος. Είναι σαν να προσφέρουμε σε έναν άνθρωπο ένα όμορφο σπίτι και δωρεάν τροφή και περίθαλψη, χωρίς όμως να του πούμε εκ των προτέρων ότι δεν θα του επιτρέπεται να βγαίνει ποτέ από το σπίτι αυτό, ούτε να συναναστρέφεται ομοίους του, ούτε να έχει σεξουαλική ζωή, κι επιπλέον θα πρέπει να καταγίνεται ορισμένες ώρες την ημέρα με την εργασία που εμείς θα του επιβάλλουμε. Και αφού δεχτεί, να ισχυριστούμε ότι το «επέλεξε» ο ίδιος. Και να τον ξυλοφορτώνουμε κιόλας άμα είναι «κακός» και δεν φέρεται «σωστά», δηλαδή έτσι όπως εξυπηρετεί εμάς.




Πώς το επέλεξε, αφού δεν το ήξερε! Και το ζώο δεν μπορεί να το ξέρει! Δεν φτάνει ως εκεί το μυαλό του, πώς να το κάνουμε! Δεν μπορεί να έχει την πληροφορία!




Ένα ενήλικο κατοικίδιο δεν μπορεί πλέον να ελευθερωθεί. Έχει συνηθίσει να ζει με το συγκεκριμένο τρόπο. Αν το αφήσουμε ελεύθερο, θα πανικοβληθεί, θα νιώσει εγκαταλειμμένο. Θα υποφέρει, θα πονέσει, θα αρρωστήσει και θα πεθάνει δυστυχισμένο. Για τα ενήλικα κατοικίδια δεν υπάρχει καλύτερη λύση από το να συνεχίσουν τη ζωή τους ως έχει μέχρι να πεθάνουν.




Ωστόσο:




Ας μην αφήσουμε να δημιουργηθούν άλλοι δεσμώτες.




Ας καταργήσουμε το θεσμό του κατοικίδιου ΤΩΡΑ.




Ας καταργήσουμε τους ζωολογικούς κήπους ΤΩΡΑ.




Δεν χρειάζονται νομικά μέτρα. Δεν χρειάζονται αγώνες ούτε μάχες. Το μόνο που χρειάζεται είναι ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΠΟΙΗΣΗ. Είναι να το αποφασίσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι και να το κάνουν πράξη στην προσωπική ζωή τους. Να μην αποκτήσουν άλλο κατοικίδιο. Να μην επισκεφτούν ποτέ ξανά ζωολογικό κήπο. Τα ήδη υπάρχοντα κατοικίδια και τα αδέσποτα να στειρωθούν ή να εμποδιστεί με άλλο τρόπο η αναπαραγωγή τους, ώστε όταν αυτά φύγουν από τη ζωή να πάψει να υπάρχει αυτή η συνήθεια. Έτσι το φαινόμενο μπορεί να εκλείψει σιγά-σιγά από μόνο του.




Όσοι θέλουν να συνεχίσουν να έχουν κατοικίδια, θα το κάνουν. Δεν ωφελεί να τους εξαναγκάσουμε να μην έχουν. Άλλωστε κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Η επιβολή και η καταπίεση δημιουργεί εχθρότητα. Δεν είναι αυτό το ζητούμενο. Το ζητούμενο είναι η έμπρακτη αγάπη και ο σεβασμός των συνοδοιπόρων μας στον όμορφο αυτό πλανήτη.




Δεν χρειάζονται ζωολογικοί κήποι για να έχουμε επαφή με τα ζώα. Γιατί είναι απαραίτητο να βλέπουμε εκ του φυσικού διάφορα ζώα απομακρυσμένα από το φυσικό τους περιβάλλον; Ας δούμε ντοκυμανταίρ, ας διαβάσουμε βιβλία. Δεν είναι ζωτική ανάγκη μας να τα δούμε ζωντανά, δεν είναι ούτε καν ουσιώδες κομμάτι της επιμόρφωσης. Είναι μια ιδιοτροπία, μια διασκέδαση. Μια διασκέδαση που στοιχίζει σε ορισμένα ζώα τη δια βίου αιχμαλωσία προς τέρψη και απόλαυση δική μας. Όποιος φλέγεται από επιθυμία να δει πώς μοιάζει μια καμηλοπάρδαλη ή ένας ελέφαντας, ας πάει για φωτογραφικό σαφάρι στην Αφρική, να δει τα ζώα στα εθνικά πάρκα, στο φυσικό τους περιβάλλον.




Το ίδιο ισχύει, όσο παράξενο και αν χτυπάει σε ορισμένους, και για τα τόσο οικεία μας κατοικίδια: σκύλους, γάτες, καρδερίνες, χελώνες, κουνέλια. Ας ζουν ελεύθερα, όσα ζήσουν, όπου ζήσουν και όπως ζήσουν, σε ένα φυσικό περιβάλλον. Ας ζήσουν και μέσα στις πόλεις, όπως τόσα και τόσα άλλα ζώα που ζουν ελεύθερα, άγρια: περιστέρια, ποντίκια, κοτσύφια, ακόμη και γλάροι και αλεπούδες, που επωφελούνται από τα σκουπίδια μας. Όποιος θέλει να έχει σχέση με ένα ζώο, αν έχει τα κότσια και τη θέληση, ας καταφέρει να σχετιστεί μαζί του ισότιμα, χωρίς να το αιχμαλωτίσει και να το ελέγξει. Ας βάλει σπόρους στο μπαλκόνι του και φωλιές για τα πουλιά, ας κάνει εκδρομές στο δάσος για να δει ελάφια και αλεπούδες, ας βάλει μάσκα και βατραχοπέδιλα και ας θαυμάσει τα ψάρια στο φυσικό τους περιβάλλον.




Αν αγαπάμε τα ζώα και δεν τα θεωρούμε απλώς παιχνίδια μας, ας φροντίσουμε τη φύση και το περιβάλλον, ώστε τα ζώα να μπορούν να ζουν ελεύθερα και άγρια και να μπορούμε και εμείς να τα χαρούμε.




Σαν ίσος προς ίσο.




Προτάσεις για ανάγνωση:




«Όταν οι ελέφαντες κλαίνε», Τζέφρυ Μ.Μάσσον & Σούζαν Μακκάρθυ, Ωκεανίδα 1996




«Τζένη», Ντάγκλας Πρέστον, Ωκεανίδα 1995







Και ένας ενδιαφέρον σύνδεσμος που μόλις ανακάλυψα:

http://web.auth.gr/virtualschool/2.4/Youngs/KarpadakisKritiki.html